Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

The Double [1/5]

Με ελάχιστες σκηνές δράσης και με τα επίθετα προβλέψιμο και κοινότυπο να το συνοδεύουν, το The Double απογοητεύει κι αποτυγχάνει παταγωδώς να πείσει ως ένα θρίλερ κατασκοπείας, αφού καταφέρνει και διαλύει όλη την ένταση και την αγωνιά του θεατή κάνοντας το απίστευτο λάθος να αποκαλύψει ένα σημαντικό κομμάτι της ιστορίας του μέσα στα πρώτα τριάντα λεπτά. Μόλις αυτό το κομμάτι ξεκαθαριστεί, το μόνο που μένει είναι ο Gere κι ο Grace να αναζητούν κάτι που ήδη γνωρίζουμε καθώς και μια σειρά από όλο και πιο εξωφρενικές ανατροπές καθώς πηγαίνουμε προς το τέλος.

Κύριος υπεύθυνος της αποτυχίας του έργου δεν είναι άλλος από τον σκηνοθέτη Michael Brandt. Αφού πέρα από το γεμάτο τρύπες σενάριο που έγραψε παρέα με τον Derek Haas, η σκηνοθεσία του με όλη αυτή την slow-motion κινηματογράφηση για την ενίσχυση του υποτιθέμενου σασπένς, την αδέξια χρήση των αναδρομών στο παρελθόν και την σκουρόχρωμη παλέτα χρωμάτων που χρησιμοποιεί καταφέρνει να κάνει τα πράγματα χειρότερα.

Μεγάλο πρόβλημα είχα και με την επιλογή του Gere, αφού το να τον συνδέσω με την εικόνα ενός δολοφόνου από τον οποίο κανείς δεν είναι ασφαλής, ήταν πραγματικά αδύνατο για μένα. Στους υπόλοιπους τώρα, ο Grace έμοιαζε λίγος για τον συγκεκριμένο ρόλο, η Odette Yustman ήταν απλά ικανοποιητική στον πάντα άχαρο ρόλο της συζύγου που ανησυχεί για τον άντρα της, ενώ όλοι οι υπόλοιποι (Martin Sheen, Stephen Moyer κ.ο.κ) είχαν πολύ μικρούς έως cameo ρόλους.

Σε γενικές γραμμές, με υπόθεση που έχουμε ξαναδεί σε τουλάχιστον άλλες εκατό τέτοιες ταινίες που το Χόλιγουντ παράγει και θα συνεχίζει να παράγει σωρηδόν και χωρίς ίχνος πρωτοτυπίας, το The Double αποτελεί μια κονσερβοποιημένη ταινία δράσης με μόνο της σκοπό να περάσει ευχαρίστα η ώρα σου, κάτι που δεν είμαι σίγουρος ότι πετυχαίνει απόλυτα.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

The Amazing Spider-Man [3/5]

Reboot. Σε κινηματογραφικούς όρους ισοδυναμεί με την εν μέρει ή και ολική απόρριψη μιας υπάρχουσας ταινίας ή σειράς ταινιών και την επανεκκίνηση της με καινούργιες ιδέες, ιστορίες ή στυλ αφήγησης. Αλλιώς «πώς να βγάλουμε περισσότερα λεφτά», κάτι που δυστυχώς για το The Amazing Spider-Man τείνει να κλίνει προς, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι δεν διαθέτει αρετές. Από το 2005 έως το 2011 μόνο, τουλάχιστον καμιά δεκαπενταριά περιπτώσεις reboot έχουν πραγματοποιηθεί ή βρίσκονται στο στάδιο των γυρισμάτων. Κοινά χαρακτηριστικά σε όλες τις περιπτώσεις είναι ότι η όποια αφηγηματική συνέχεια προηγούμενων ταινιών με το ίδιο θέμα σβήνεται, με αποτέλεσμα ένα φρεσκαρισμένο franchise που και θα προσελκύσει ξανά ένα ευρύτερο κοινό και θα είναι και δικαιολογημένο. Και τι εννοώ με αυτό. Ας πάρουμε παράδειγμα το Batman Begins. Μιλάμε για ένα reboot το οποίο από όποια πλευρά και να το δεις, δικαιολογεί την ύπαρξη του. Χρονικά μεσολαβούσαν οκτώ χρόνια από την τελευταία ταινία Batman (το Batman &

Made in Italy ★

Κάποιος είπε κάποτε ότι η “ζωή” είναι αυτό που συμβαίνει όταν δεν περιμένεις κάτι να συμβεί. Και είναι τόσο αλήθεια. Ο ίδιος άνθρωπος όμως μάλλον δεν θα είχε δει ταινίες σαν αυτή, που περιμένεις κάτι να συμβεί αλλά τελικά τίποτα δεν συμβαίνει, και οι ώρες της ζωής σου σπαταλιούνται άσκοπα. Πριν την κριτική, η συγκεκριμένη ταινία απαιτεί να έχουμε κάποιο υπόβαθρο. Στο έργο πρωταγωνιστούν οι Liam Neeson και Micheal Richardson, πατέρας και γιος αντίστοιχα στην πραγματική ζωή. Όλοι γνωρίζουμε ότι το 2009 η Natasha Richardson, γυναίκα του Liam Neeson και μητέρα του Micheal Richardson, έφυγε από τη ζωή καθώς ο τραυματισμός της στο κεφάλι κατά τη διάρκεια ενός συνηθισμένου μαθήματος σκι για αρχαρίους απέβη μοιραίος. Η πλοκή της ταινίας τώρα αφορά έναν πατέρα και γιο που επιστρέφουν στην Ιταλία για να πουλήσουν το σπίτι που κληρονόμησαν από την αείμνηστη σύζυγο και μητέρα αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης της βίλας, θα γνωριστούν καλύτερα μεταξύ τους, βελτιώνοντας τη σχέση τους που

Contraband [1.5/5]

Το «Τελικό Χτύπημα» είναι η κλασσικού τύπου ταινία ληστείας, όπου καθώς προχωράει, τα πράγματα γίνονται όλο και χειρότερα και που φυσικά έχουμε ξαναδεί εκατοντάδες φορές. Δεν έχει σημασία, βέβαια, αν μια ταινία «θυμίζει» μια άλλη ή έχει την αίσθηση του γνώριμου. Με βάση ένα κάλο σενάριο όλα αυτά ξεχνιούνται. Αλλά, αλίμονο, εδώ δεν υπάρχει η σωστή βάση, με αποτέλεσμα η ταινία να κατατάσσεται στην κατηγορία «το είδαμε, το ξεχάσαμε». Πρόκειται για μια ταινία δομημένη με μια απλή αρχή, ένα απλό τέλος κι ένα περίπλοκο μεσαίο κομμάτι. Το θέμα, όμως, είναι ότι στις ταινίες με ληστείες, καθώς και στα περισσότερα θρίλερ, ξέρουμε ότι τα πράγματα δεν θα πάνε σύμφωνα με το σχέδιο, ίσως κάπου-κάπου να θέλουμε και να δούμε επιπλοκές προκειμένου να παρακολουθήσουμε την ομάδα των χαρακτήρων καθώς θα προσπαθεί να προσαρμοστεί και να τις ξεπεράσει. Το πρόβλημα είναι ότι στο παρόν φιλμ αυτές οι επιπλοκές δεν αισθάνονται τόσο πολύ ως φυσικές, αλλά περισσότερο σαν στοιχεία πλοκής από άλλες τέτοιες ται