Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

War Horse [1.5/5]

Πιστέψτε με, θα ήθελα πραγματικά να αγαπήσω αυτή την ταινία. Είμαι ένας φανατικός οπαδός του Steven Spielberg ειδικά όταν καταπιάνεται με συναισθηματικές ιστορίες κατά τη διάρκεια πολέμων. Για αρχή, από τεχνικής άποψης, το «Άλογο του Πολέμου» είναι πολύ καλό. Τα σκηνικά είναι εξαιρετικά, το μοντάζ είναι πρώτης τάξεως ενώ το καδράρισμα του Spielberg μετατρέπει την ταινία σε μια από τις πιο ωραίες οπτικά, με την φωτογραφία να είναι ίσως η δεύτερη καλύτερη της χρονιάς (πρώτο, φυσικά, το Δέντρο της Ζωής). Αλλά είναι μια από τις καλύτερες ταινίες του 2011 συνολικά; Προς απογοήτευσή μου, δεν είναι καν κοντά.

Το «Άλογο του Πολέμου» προσαρμόστηκε από τον Lee Hall και τον Richard Curtis και βασίζεται στο βραβευμένο με Tony βραβευμένο έργο του Nick Stafford καθώς και το παιδικό βιβλίο που το ενέπνευσε, γραμμένο από τον Michael Morpurgo. Παρά την ευρεία αναγνώριση του, είναι δύσκολο να ξεπεράσουμε το γεγονός ότι το κοινό πρέπει να αισθανθεί μια ισχυρή συναισθηματική σύνδεση με ένα άλογο. Αυτό θα μπορούσε να λειτουργήσει αν το άλογο ήταν κάτι σαν την «Μαύρη Καλλονή», αλλά στο «Άλογο του Πολέμου» πρέπει να νοιαζόμαστε επειδή είναι ένα, υποθέτω, μαγευτικό πλάσμα που είχε μια μετασχηματιστική επίδραση στους τόσους πολλούς μονοδιάστατους χαρακτήρες που συναντά.

Φυσικά, υπάρχουν λαμπρές στιγμές διάσπαρτες σε αυτό το 146 λεπτών μακρύ έπος και η μεγαλοφυΐα του Spielberg φαίνεται κατά τη διάρκεια των σκηνών του πολέμου που, αν και δεν είναι τόσο βίαιες όπως στο Η Διάσωση του Στρατιώτη Ράιαν, συλλαμβάνουν έξοχα την βιαιότητα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου . Ωστόσο, το φιλμ μοιάζει σαν συρραφή επεισοδίων, αφού η ταινία δεν ρέει ποτέ πάρα πολύ καλά εκτός από τις σκηνές μάχης. Οι στιγμές παρουσίασης των αρχικών χαρακτήρων ξαφνικά διακόπτεται, προκειμένου να προχωρήσουμε στο επόμενο σύνολο χαρακτήρων και στην συνεχεία στο επόμενο με αποτέλεσμα αυτό να οδηγεί στο μεγαλύτερο πρόβλημά μου με το έργο: την έλλειψη συναισθηματικής σύνδεσης με το κοινό. Δεν αισθάνθηκα ποτέ κανένα δέσιμο με οποιονδήποτε χαρακτήρα αφού όσοι παρουσιάζονται είτε χάνουν τη ζωή τους ή εξαφανίζονται ξαφνικά χωρίς να τους βλέπουμε ξανά. Δεν ακολουθούμε πότε έναν χαρακτήρα σε όλη την ταινία, εκτός από το άλογο. Ακόμα και με αυτό, όμως, δεν μπορούμε ποτέ να έχουμε μια ισχυρή συναισθηματική σύνδεση επειδή η ταινία αφιερώνει χρόνο σε χαρακτήρες χωρίς ενδιαφέρον, αποσπώντας μας την προσοχή.

Επιπροσθέτως, αντί να εμπιστευτεί το ενυπάρχον δράμα του ή το έργο του εξαιρετικού καστ του, ο Spielberg προσθέτει τη γλυκανάλατη μουσική, τα πορτοκαλί ηλιοβασιλέματα και οποιοδήποτε άλλο συναισθηματικά φορτισμένα τρικ γνωρίζει με την ελπίδα ότι θα σε αγγίξει. Τίποτα δεν αισθάνεται φρέσκο, πραγματικά τίποτα. Οι περισσότεροι από τους χαρακτήρες είναι παντομιμικής επινόησης, από τον κακό ιδιοκτήτη Lyons (David Thewlis) μέχρι τον Γάλλο παππού (Niels Arestrup). Το πρώτο μισάωρο είναι οδυνηρά τετριμμένο και λειτουργεί καλύτερα εάν θεωρηθεί ως καθαρή ταινία για παιδιά. Η συνέχεια αποτελεί ένα μελοδραματικό παραμύθι για ένα άλογο, το άλογο-συνεργάτη του και τους ανθρώπινους ιδιοκτήτες του για να καταλήξει σε ένα απίστευτα κλισέ και άνευ πειστικότητας τέλος οπού πράγματα συμβαίνουν και στο επόμενο λεπτό αναιρούνται. Πραγματικά, έτριβα τα μάτια μου από το κοινότυπο και τον σαχλο-συναισθηματισμό του όλου εγχειρήματος. Με εξαίρεση μια εξαιρετική φωτογραφία, ένα ισχυρό δευτερεύον καστ που κάνει ότι καλύτερο μπορεί και μια περιστασιακή, καλόγουστη, παλιομοδίτικη πινελιά, το «Άλογο του Πολέμου» είναι ένα πομπώδης μα κούφιο έργο, τόσο ντεμοντέ που συχνά καταντάει γελοίο.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

The Amazing Spider-Man [3/5]

Reboot. Σε κινηματογραφικούς όρους ισοδυναμεί με την εν μέρει ή και ολική απόρριψη μιας υπάρχουσας ταινίας ή σειράς ταινιών και την επανεκκίνηση της με καινούργιες ιδέες, ιστορίες ή στυλ αφήγησης. Αλλιώς «πώς να βγάλουμε περισσότερα λεφτά», κάτι που δυστυχώς για το The Amazing Spider-Man τείνει να κλίνει προς, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι δεν διαθέτει αρετές. Από το 2005 έως το 2011 μόνο, τουλάχιστον καμιά δεκαπενταριά περιπτώσεις reboot έχουν πραγματοποιηθεί ή βρίσκονται στο στάδιο των γυρισμάτων. Κοινά χαρακτηριστικά σε όλες τις περιπτώσεις είναι ότι η όποια αφηγηματική συνέχεια προηγούμενων ταινιών με το ίδιο θέμα σβήνεται, με αποτέλεσμα ένα φρεσκαρισμένο franchise που και θα προσελκύσει ξανά ένα ευρύτερο κοινό και θα είναι και δικαιολογημένο. Και τι εννοώ με αυτό. Ας πάρουμε παράδειγμα το Batman Begins. Μιλάμε για ένα reboot το οποίο από όποια πλευρά και να το δεις, δικαιολογεί την ύπαρξη του. Χρονικά μεσολαβούσαν οκτώ χρόνια από την τελευταία ταινία Batman (το Batman &

Made in Italy ★

Κάποιος είπε κάποτε ότι η “ζωή” είναι αυτό που συμβαίνει όταν δεν περιμένεις κάτι να συμβεί. Και είναι τόσο αλήθεια. Ο ίδιος άνθρωπος όμως μάλλον δεν θα είχε δει ταινίες σαν αυτή, που περιμένεις κάτι να συμβεί αλλά τελικά τίποτα δεν συμβαίνει, και οι ώρες της ζωής σου σπαταλιούνται άσκοπα. Πριν την κριτική, η συγκεκριμένη ταινία απαιτεί να έχουμε κάποιο υπόβαθρο. Στο έργο πρωταγωνιστούν οι Liam Neeson και Micheal Richardson, πατέρας και γιος αντίστοιχα στην πραγματική ζωή. Όλοι γνωρίζουμε ότι το 2009 η Natasha Richardson, γυναίκα του Liam Neeson και μητέρα του Micheal Richardson, έφυγε από τη ζωή καθώς ο τραυματισμός της στο κεφάλι κατά τη διάρκεια ενός συνηθισμένου μαθήματος σκι για αρχαρίους απέβη μοιραίος. Η πλοκή της ταινίας τώρα αφορά έναν πατέρα και γιο που επιστρέφουν στην Ιταλία για να πουλήσουν το σπίτι που κληρονόμησαν από την αείμνηστη σύζυγο και μητέρα αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης της βίλας, θα γνωριστούν καλύτερα μεταξύ τους, βελτιώνοντας τη σχέση τους που

Contraband [1.5/5]

Το «Τελικό Χτύπημα» είναι η κλασσικού τύπου ταινία ληστείας, όπου καθώς προχωράει, τα πράγματα γίνονται όλο και χειρότερα και που φυσικά έχουμε ξαναδεί εκατοντάδες φορές. Δεν έχει σημασία, βέβαια, αν μια ταινία «θυμίζει» μια άλλη ή έχει την αίσθηση του γνώριμου. Με βάση ένα κάλο σενάριο όλα αυτά ξεχνιούνται. Αλλά, αλίμονο, εδώ δεν υπάρχει η σωστή βάση, με αποτέλεσμα η ταινία να κατατάσσεται στην κατηγορία «το είδαμε, το ξεχάσαμε». Πρόκειται για μια ταινία δομημένη με μια απλή αρχή, ένα απλό τέλος κι ένα περίπλοκο μεσαίο κομμάτι. Το θέμα, όμως, είναι ότι στις ταινίες με ληστείες, καθώς και στα περισσότερα θρίλερ, ξέρουμε ότι τα πράγματα δεν θα πάνε σύμφωνα με το σχέδιο, ίσως κάπου-κάπου να θέλουμε και να δούμε επιπλοκές προκειμένου να παρακολουθήσουμε την ομάδα των χαρακτήρων καθώς θα προσπαθεί να προσαρμοστεί και να τις ξεπεράσει. Το πρόβλημα είναι ότι στο παρόν φιλμ αυτές οι επιπλοκές δεν αισθάνονται τόσο πολύ ως φυσικές, αλλά περισσότερο σαν στοιχεία πλοκής από άλλες τέτοιες ται