Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

The Best Exotic Marigold Hotel [3.5/5]

Ένα γκρουπ Βρετανών συνταξιούχων, δελεασμένοι από διαφημίσεις, αποφασίζουν να «επενδύσουν» τη σύνταξή τους σε ένα πολυτελές ξενοδοχείο στην Jaipur. Όταν φτάνουν, θα βρουν το ξενοδοχείο στα πρόθυρα κατάρρευσης με τον διαχειριστή του (ένας κεφάτος Dev Patel) να είναι εντελώς αναποτελεσματικός. Ωστόσο σταδιακά, παρασυρόμενοι από την απόκοσμη περιπέτεια που τους προσφέρει η Ινδία, θα ανακαλύψουν ότι η ζωή δεν έχει τελειώσει ακόμα…

Μετά από μια αρκετά μακρά, αλλά απολαυστική εισαγωγή στην οποία οι χαρακτήρες παρουσιάζονται, η δυναμική της ομάδας λαμβάνει σύντομα σχήμα. Η Evelyn (Judi Dench), πρόσφατα χήρα, ψάχνει για την αγάπη και την ανεξαρτησία, ο Douglas και η Jean (Bill Nighy και Penelope Wilton) έχουν χάσει τις αποταμιεύσεις τους, ο Norman (Ronald Pickup) είναι αρκετά «ξεσηκωμένος», η Madge (Celia Imrie) ψάχνει έναν άντρα, ο Graham (Tom Wilkinson) επιστρέψει στο σπίτι της παιδικής του ηλικίας και η Muriel (Maggie Smith) είναι εκεί για μια αντικατάσταση γοφού. Σαφώς προσδιορισμένοι και με τον ίδιο χρόνο να αναπτυχθούν, οι χαρακτήρες μοιάζουν αληθινοί. Με τη σκηνοθεσία του John Madden (Ερωτευμένος Σαίξπηρ, Το Μαντολίνο του Λοχαγού Κορέλι) να είναι απλή και γεμάτη αυτοπεποίθηση, ο τρόπος με τον οποίο αλληλεπιδρούν μεταξύ τους οι χαρακτήρες τους είναι φυσικός και ποτέ δεν μοιάζει βεβιασμένος. Οι κωμικές στιγμές είναι έμφυτες, ενώ το δράμα είναι πολύ ήπιο και συναισθηματικό είτε πρόκειται για τους φόβους τους ότι γερνάνε και είναι ανεπιθύμητοι, είτε εκφράζοντας τη λύπη τους γιατί η ζωή τους περιορίζεται από τα ήθη της κοινωνίας.

Η καρδιά της ιστορίας αφορά την προσωπική ανάπτυξη κι εξέλιξη, ενώ είναι αρκετά προφανές από την αρχή πώς θα εξελιχτούν τα πράγματα. Ωστόσο, αφήνοντας τα προφανή χαρακτηριστικά στην άκρη, δεν είναι ποτέ σαφές το πώς τα άτομα θα αλλάξουν ή αν θα αλλάξουν, κάτι το οποίο διατηρεί το έργο μακριά από τη στασιμότητα. Όπως και με κάθε σενάριο φυγής σε έναν ξένο τόπο, υπάρχουν οι αναπόφευκτες παρουσιάσεις του καλύτερου τρόπου ζωής της εκάστοτε χωράς μείον σχεδόν όλες τις απειλές. Ωστόσο, εδώ η Ινδία είναι η αληθινή ζωή της ταινίας (όπως λέει ο Graham: «Τα χρώματα, το φως, όλη η ζωή είναι εδώ»). Επιλέχτηκε γιατί οι αισθήσεις ενισχύονται με το χρώμα, την κίνηση και τη ζωντάνια. Αυτός ο τόπος σφύζει από ζωή. Ο John Madden εμποτίζει την ταινία με ένα υπέροχο βάθος και πλούτο καθώς αγκαλιάζει τον ινδικό πολιτισμό και τον χαοτικό τρόπο ζωής. Μπορείς σχεδόν να μυρίσεις τον πλούσιο ζεστό αέρα και να αισθανθείς την υγρασία ανάμεσα στις αγορές και στους πάγκους όπου περίτεχνα ενδύματα και πολύχρωμα λουλούδια κρέμονται.

Διαβάζοντας τον πλήρη αμερικανικό τίτλο «The Best Exotic Marigold Hotel for the Elderly and Beautiful», μου προκαλούσε ήδη ένα χαμόγελο. Και με ένα καστ που περιλαμβάνει ονόματα όπως Maggie Smith, Bill Nighy, Judi Dench, Tom Wilkinson και πολλούς άλλους να αποτελεί έναν σημαντικό λόγο να ανεβεί ο πήχης τον προσδοκιών σου, πρέπει να ομολογήσω πως δεν περίμενα και πολλά. Λάθος μου, αφού εξεπλάγην ευχάριστα από το αποτέλεσμα. Απλή, χιουμοριστική και καλοσυνάτη, ενώ παράλληλα εξερευνά με τόλμη θέματα όπως η αγάπη, το σεξ και τις σχέσεις σε ανθρώπους της τρίτης ηλικίας, κάτι που σπάνια βλέπουμε στον κινηματογράφο, αύτη η ταινία είναι μια εμπειρία που θα σας γεμίσει με ελπίδα και την πεποίθηση ότι η ζωή μπορεί να είναι χαρούμενη μόνο αν της δώσετε μια ευκαιρία. Ναι, σε ορισμένα σημεία είναι προβλέψιμη, αλλά αυτό ακριβώς είναι που μου άρεσε βλέποντας την. Σε μια πολύ αστεία σκηνή, ο χαρακτήρας της Evelyn εξηγεί σε έναν Ινδό Διευθυντή ενός τηλεφωνικού κέντρου τι σημαίνει να «βουτάς» ένα μπισκότο στο τσάι. Κι ακριβώς όπως προσεκτικά βουτάς ένα υπέροχο μπισκότο σοκολάτας σε μια ζεστή κούπα του τσαγιού, αυτό το υπέροχο φιλμ είναι προβλέψιμα ευχάριστο.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

The Amazing Spider-Man [3/5]

Reboot. Σε κινηματογραφικούς όρους ισοδυναμεί με την εν μέρει ή και ολική απόρριψη μιας υπάρχουσας ταινίας ή σειράς ταινιών και την επανεκκίνηση της με καινούργιες ιδέες, ιστορίες ή στυλ αφήγησης. Αλλιώς «πώς να βγάλουμε περισσότερα λεφτά», κάτι που δυστυχώς για το The Amazing Spider-Man τείνει να κλίνει προς, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι δεν διαθέτει αρετές. Από το 2005 έως το 2011 μόνο, τουλάχιστον καμιά δεκαπενταριά περιπτώσεις reboot έχουν πραγματοποιηθεί ή βρίσκονται στο στάδιο των γυρισμάτων. Κοινά χαρακτηριστικά σε όλες τις περιπτώσεις είναι ότι η όποια αφηγηματική συνέχεια προηγούμενων ταινιών με το ίδιο θέμα σβήνεται, με αποτέλεσμα ένα φρεσκαρισμένο franchise που και θα προσελκύσει ξανά ένα ευρύτερο κοινό και θα είναι και δικαιολογημένο. Και τι εννοώ με αυτό. Ας πάρουμε παράδειγμα το Batman Begins. Μιλάμε για ένα reboot το οποίο από όποια πλευρά και να το δεις, δικαιολογεί την ύπαρξη του. Χρονικά μεσολαβούσαν οκτώ χρόνια από την τελευταία ταινία Batman (το Batman &

Made in Italy ★

Κάποιος είπε κάποτε ότι η “ζωή” είναι αυτό που συμβαίνει όταν δεν περιμένεις κάτι να συμβεί. Και είναι τόσο αλήθεια. Ο ίδιος άνθρωπος όμως μάλλον δεν θα είχε δει ταινίες σαν αυτή, που περιμένεις κάτι να συμβεί αλλά τελικά τίποτα δεν συμβαίνει, και οι ώρες της ζωής σου σπαταλιούνται άσκοπα. Πριν την κριτική, η συγκεκριμένη ταινία απαιτεί να έχουμε κάποιο υπόβαθρο. Στο έργο πρωταγωνιστούν οι Liam Neeson και Micheal Richardson, πατέρας και γιος αντίστοιχα στην πραγματική ζωή. Όλοι γνωρίζουμε ότι το 2009 η Natasha Richardson, γυναίκα του Liam Neeson και μητέρα του Micheal Richardson, έφυγε από τη ζωή καθώς ο τραυματισμός της στο κεφάλι κατά τη διάρκεια ενός συνηθισμένου μαθήματος σκι για αρχαρίους απέβη μοιραίος. Η πλοκή της ταινίας τώρα αφορά έναν πατέρα και γιο που επιστρέφουν στην Ιταλία για να πουλήσουν το σπίτι που κληρονόμησαν από την αείμνηστη σύζυγο και μητέρα αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης της βίλας, θα γνωριστούν καλύτερα μεταξύ τους, βελτιώνοντας τη σχέση τους που

Contraband [1.5/5]

Το «Τελικό Χτύπημα» είναι η κλασσικού τύπου ταινία ληστείας, όπου καθώς προχωράει, τα πράγματα γίνονται όλο και χειρότερα και που φυσικά έχουμε ξαναδεί εκατοντάδες φορές. Δεν έχει σημασία, βέβαια, αν μια ταινία «θυμίζει» μια άλλη ή έχει την αίσθηση του γνώριμου. Με βάση ένα κάλο σενάριο όλα αυτά ξεχνιούνται. Αλλά, αλίμονο, εδώ δεν υπάρχει η σωστή βάση, με αποτέλεσμα η ταινία να κατατάσσεται στην κατηγορία «το είδαμε, το ξεχάσαμε». Πρόκειται για μια ταινία δομημένη με μια απλή αρχή, ένα απλό τέλος κι ένα περίπλοκο μεσαίο κομμάτι. Το θέμα, όμως, είναι ότι στις ταινίες με ληστείες, καθώς και στα περισσότερα θρίλερ, ξέρουμε ότι τα πράγματα δεν θα πάνε σύμφωνα με το σχέδιο, ίσως κάπου-κάπου να θέλουμε και να δούμε επιπλοκές προκειμένου να παρακολουθήσουμε την ομάδα των χαρακτήρων καθώς θα προσπαθεί να προσαρμοστεί και να τις ξεπεράσει. Το πρόβλημα είναι ότι στο παρόν φιλμ αυτές οι επιπλοκές δεν αισθάνονται τόσο πολύ ως φυσικές, αλλά περισσότερο σαν στοιχεία πλοκής από άλλες τέτοιες ται