Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η Κόρη [1/5]

Για μια ακόμη φορά, ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια ελληνική ταινία που θέλει να πει πολλά, αλλά δεν καταφέρνει να πει τίποτα. Οι λόγοι που συμβαίνει αυτό είναι μπόλικοι.

Σεναριακά, η ταινία απλά στερείται σεναρίου. Παρόλο που καταπιάνεται με θέματα επίκαιρα (οικογένεια, χρέη, ευθύνες, χρεωκοπία κ.τ.λ.), δεν καταφέρνει να σου τραβήξει το ενδιαφέρον ούτε ένα λεπτό. Και αυτό γιατί είναι όλα δοσμένα στον θεατή με έναν τρόπο βαρετό και μονότονο. Με ελάχιστους διαλόγους και μια αφήγηση που σπάνια σου προκαλεί έκπληξη, το «Η Κόρη» κουράζει από τα πρώτο μισάωρο. Αντιλαμβάνομαι ότι η απλότητα στον λόγο αποτελεί ένα καλό χαρακτηριστικό για ορισμένα φιλμ, στην συγκεκριμένη περίπτωση όμως η κατάσταση μοιάζει να ξέφυγε. Τίποτα δεν λέγεται ευθέως κι όλα εννοούνται με έναν τρόπο αλληγορικό, αφήνοντας τον θεατή να ψάχνει απεγνωσμένα να βρει το νόημα και την αλήθεια μέσα στα ερωτήματα και τα διλήμματα που προκύπτουν. Είναι τέτοια η δομή του σεναρίου, όμως, που τα περισσότερα ζητήματα με τα όποια καταπιάνεται το έργο (για να μην πω όλα) μένουν ανολοκλήρωτα.

Πέρα από όλα αυτά, ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα (για άλλη μια φορά) βρήκα στην σκηνοθεσία, η οποία ακολουθεί πια την πεπατημένη. Ανέκφραστο ύφος, αργόσυρτα πλανά χωρίς ίχνος δράσης και γενικώς στο σύνολο μια ανέμπνευστη σκηνοθεσία την οποία σώζει σε πολλές περιπτώσεις η εξαιρετική φωτογραφία. Και όπως συμβαίνει σε όλες τις ταινίες, επειδή η σκηνοθεσία είναι αυτή που είναι, παρασέρνει μαζί της και τις ερμηνείες των ηθοποιών. Η Savina Alimani κι ο Άγγελος Παπαδήμας δεν προσδίδουν τίποτα ρεαλιστικό στους χαρακτήρες τους, μιλώντας με έναν τρόπο αμήχανο και καθόλου αληθοφανή. Ενώ οι Γιώργος Συμεωνίδης, Ιερώνυμος Καλετσάνος και Θεοδώρα Τζήμου θα μπορούσες να πεις ότι είναι αξιοπρεπείς στους πολύ μικρούς ρόλους που έχουν.

Η ταινία, λοιπόν, του Θάνου Αναστόπουλου στερείται έμπνευσης και ρυθμού και δεν ξεφεύγει από τα κλισέ των ταινιών του νέου ελληνικού κινηματογράφου, τα οποία, εγώ προσωπικά, θεωρώ κουραστικά.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

The Amazing Spider-Man [3/5]

Reboot. Σε κινηματογραφικούς όρους ισοδυναμεί με την εν μέρει ή και ολική απόρριψη μιας υπάρχουσας ταινίας ή σειράς ταινιών και την επανεκκίνηση της με καινούργιες ιδέες, ιστορίες ή στυλ αφήγησης. Αλλιώς «πώς να βγάλουμε περισσότερα λεφτά», κάτι που δυστυχώς για το The Amazing Spider-Man τείνει να κλίνει προς, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι δεν διαθέτει αρετές. Από το 2005 έως το 2011 μόνο, τουλάχιστον καμιά δεκαπενταριά περιπτώσεις reboot έχουν πραγματοποιηθεί ή βρίσκονται στο στάδιο των γυρισμάτων. Κοινά χαρακτηριστικά σε όλες τις περιπτώσεις είναι ότι η όποια αφηγηματική συνέχεια προηγούμενων ταινιών με το ίδιο θέμα σβήνεται, με αποτέλεσμα ένα φρεσκαρισμένο franchise που και θα προσελκύσει ξανά ένα ευρύτερο κοινό και θα είναι και δικαιολογημένο. Και τι εννοώ με αυτό. Ας πάρουμε παράδειγμα το Batman Begins. Μιλάμε για ένα reboot το οποίο από όποια πλευρά και να το δεις, δικαιολογεί την ύπαρξη του. Χρονικά μεσολαβούσαν οκτώ χρόνια από την τελευταία ταινία Batman (το Batman &

Made in Italy ★

Κάποιος είπε κάποτε ότι η “ζωή” είναι αυτό που συμβαίνει όταν δεν περιμένεις κάτι να συμβεί. Και είναι τόσο αλήθεια. Ο ίδιος άνθρωπος όμως μάλλον δεν θα είχε δει ταινίες σαν αυτή, που περιμένεις κάτι να συμβεί αλλά τελικά τίποτα δεν συμβαίνει, και οι ώρες της ζωής σου σπαταλιούνται άσκοπα. Πριν την κριτική, η συγκεκριμένη ταινία απαιτεί να έχουμε κάποιο υπόβαθρο. Στο έργο πρωταγωνιστούν οι Liam Neeson και Micheal Richardson, πατέρας και γιος αντίστοιχα στην πραγματική ζωή. Όλοι γνωρίζουμε ότι το 2009 η Natasha Richardson, γυναίκα του Liam Neeson και μητέρα του Micheal Richardson, έφυγε από τη ζωή καθώς ο τραυματισμός της στο κεφάλι κατά τη διάρκεια ενός συνηθισμένου μαθήματος σκι για αρχαρίους απέβη μοιραίος. Η πλοκή της ταινίας τώρα αφορά έναν πατέρα και γιο που επιστρέφουν στην Ιταλία για να πουλήσουν το σπίτι που κληρονόμησαν από την αείμνηστη σύζυγο και μητέρα αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης της βίλας, θα γνωριστούν καλύτερα μεταξύ τους, βελτιώνοντας τη σχέση τους που

Contraband [1.5/5]

Το «Τελικό Χτύπημα» είναι η κλασσικού τύπου ταινία ληστείας, όπου καθώς προχωράει, τα πράγματα γίνονται όλο και χειρότερα και που φυσικά έχουμε ξαναδεί εκατοντάδες φορές. Δεν έχει σημασία, βέβαια, αν μια ταινία «θυμίζει» μια άλλη ή έχει την αίσθηση του γνώριμου. Με βάση ένα κάλο σενάριο όλα αυτά ξεχνιούνται. Αλλά, αλίμονο, εδώ δεν υπάρχει η σωστή βάση, με αποτέλεσμα η ταινία να κατατάσσεται στην κατηγορία «το είδαμε, το ξεχάσαμε». Πρόκειται για μια ταινία δομημένη με μια απλή αρχή, ένα απλό τέλος κι ένα περίπλοκο μεσαίο κομμάτι. Το θέμα, όμως, είναι ότι στις ταινίες με ληστείες, καθώς και στα περισσότερα θρίλερ, ξέρουμε ότι τα πράγματα δεν θα πάνε σύμφωνα με το σχέδιο, ίσως κάπου-κάπου να θέλουμε και να δούμε επιπλοκές προκειμένου να παρακολουθήσουμε την ομάδα των χαρακτήρων καθώς θα προσπαθεί να προσαρμοστεί και να τις ξεπεράσει. Το πρόβλημα είναι ότι στο παρόν φιλμ αυτές οι επιπλοκές δεν αισθάνονται τόσο πολύ ως φυσικές, αλλά περισσότερο σαν στοιχεία πλοκής από άλλες τέτοιες ται