Το «Broken City» ανήκει σε ένα είδος ταινιών το οποίο κατά το παρελθόν μπορεί να περηφανευτεί ότι έχει απασχολήσει μεγάλους σκηνοθέτες κι έχει παράγει μερικές πραγματικά καλές και κλασσικές ταινίες. Και παρόλο που το συγκεκριμένο έργο δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτές και ακόμα κι αν δεν διαπρέπει 100%, πρέπει να παραδεχτώ ότι έχει δημιουργηθεί με αρκετή φροντίδα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα πάντα θα είναι συναρμολογημένα με αρκετή προσοχή και οποιαδήποτε ένσταση κι αν έχεις για το αποτέλεσμα, αυτή να είναι μηδαμινή.
Χρειάζεται πραγματικά μεγάλη προσπάθεια για να κατασκευάσει κανείς μια ταινία που απλά λειτουργεί τόσο αποτελεσματικά όσο το «Broken City». Πρόκειται για ένα έργο που ξέρει περί τίνος πρόκειται, ξέρει πώς να πει αυτό που θέλει να πει και δεν τα θαλασσώνει στη διαδρομή. Ακόμη και η πλοκή του είναι κατασκευασμένη με έναν άκρως λειτουργικό τρόπο. Δεν υπάρχουν εκκρεμότητες, δεν υπάρχουν αφηγηματικά αδιέξοδα και δεν προσπαθεί ποτέ να παραπλανήσει το κοινό. Το ένα πράγμα οδηγεί στο άλλο, που οδηγεί σε ένα άλλο και ούτω καθεξής. Κάπου εδώ δικαιολογημένα θα σκεφτείτε ότι η ύπαρξη μιας ανατροπής είναι η ομορφιά ενός θρίλερ συνωμοσίας. Και πολύ σωστά. Ίσως, όμως, το «Broken City» να ήθελε να αποφύγει τις παγίδες μιας δύσκολης αποκάλυψης ή μιας αποτυχημένης εξέλιξης και γι’ αυτό τον λόγο να μη ρισκάρει. Και αυτό δεν είναι κακό. Με αυτό τον τρόπο, το «Broken City» καταλήγει να είναι ένα απολύτως παρακολουθήσιμο πολιτικό θρίλερ συνωμοσίας.
Αυτή η προσέγγιση, φυσικά, οδηγεί την ταινία σε ένα προβλέψιμο και, από ένα σημείο και μετά, λίγο μονότονο μονοπάτι. Χωρίς να αποκλίνει ούτε στο ελάχιστο από τους κανόνες αυτού του είδους των ταινιών, χάνει ένα μεγάλο μέρος της ελκυστικότητάς της. Έτσι, το προτέρημα της γίνεται ταυτόχρονα και το μεγαλύτερο μειονέκτημα της. Προσωπικά, τώρα, είχα ένα θέμα και με τον τρόπο που το φιλμ στηρίζεται λίγο-πολύ σε μεγάλο βαθμό στα στερεότυπα και τα κλισέ για να διηγηθεί την ιστορία του. Έχουμε τον μάτσο πρωταγωνιστή, τον συντηρητικό και σαφώς ομοφοβικό δήμαρχο, τον φιλελεύθερο αντίπαλο του που θέλει να τον νικήσει σωστά και τίμια κ.τ.λ. Κατανοώ γιατί ο σεναριογράφος καταφεύγει στη χρήση τους, θεωρώ όμως ότι περισσότερο κακό κάνουν στην ταινία παρά καλό.
Συνυπολογίζοντας όλα τα παραπάνω, το τελικό συμπέρασμα που βγάζω είναι το έξης: σκηνοθετημένο αποτελεσματικά από τον Allen Hughes και με ένα εν γνώσει του παλιομοδίτικο και κλισεδιάρικο σενάριο από τον πρωτοεμφανιζόμενο Brian Tucker, το «Broken City» είναι μια αξιοπρεπέστατη περιπέτεια με την όποια θα περάσετε ένα ευχάριστο δίωρο στο σινεμά. Απλά, μην περιμένετε και το Σέρπικο...
Χρειάζεται πραγματικά μεγάλη προσπάθεια για να κατασκευάσει κανείς μια ταινία που απλά λειτουργεί τόσο αποτελεσματικά όσο το «Broken City». Πρόκειται για ένα έργο που ξέρει περί τίνος πρόκειται, ξέρει πώς να πει αυτό που θέλει να πει και δεν τα θαλασσώνει στη διαδρομή. Ακόμη και η πλοκή του είναι κατασκευασμένη με έναν άκρως λειτουργικό τρόπο. Δεν υπάρχουν εκκρεμότητες, δεν υπάρχουν αφηγηματικά αδιέξοδα και δεν προσπαθεί ποτέ να παραπλανήσει το κοινό. Το ένα πράγμα οδηγεί στο άλλο, που οδηγεί σε ένα άλλο και ούτω καθεξής. Κάπου εδώ δικαιολογημένα θα σκεφτείτε ότι η ύπαρξη μιας ανατροπής είναι η ομορφιά ενός θρίλερ συνωμοσίας. Και πολύ σωστά. Ίσως, όμως, το «Broken City» να ήθελε να αποφύγει τις παγίδες μιας δύσκολης αποκάλυψης ή μιας αποτυχημένης εξέλιξης και γι’ αυτό τον λόγο να μη ρισκάρει. Και αυτό δεν είναι κακό. Με αυτό τον τρόπο, το «Broken City» καταλήγει να είναι ένα απολύτως παρακολουθήσιμο πολιτικό θρίλερ συνωμοσίας.
Αυτή η προσέγγιση, φυσικά, οδηγεί την ταινία σε ένα προβλέψιμο και, από ένα σημείο και μετά, λίγο μονότονο μονοπάτι. Χωρίς να αποκλίνει ούτε στο ελάχιστο από τους κανόνες αυτού του είδους των ταινιών, χάνει ένα μεγάλο μέρος της ελκυστικότητάς της. Έτσι, το προτέρημα της γίνεται ταυτόχρονα και το μεγαλύτερο μειονέκτημα της. Προσωπικά, τώρα, είχα ένα θέμα και με τον τρόπο που το φιλμ στηρίζεται λίγο-πολύ σε μεγάλο βαθμό στα στερεότυπα και τα κλισέ για να διηγηθεί την ιστορία του. Έχουμε τον μάτσο πρωταγωνιστή, τον συντηρητικό και σαφώς ομοφοβικό δήμαρχο, τον φιλελεύθερο αντίπαλο του που θέλει να τον νικήσει σωστά και τίμια κ.τ.λ. Κατανοώ γιατί ο σεναριογράφος καταφεύγει στη χρήση τους, θεωρώ όμως ότι περισσότερο κακό κάνουν στην ταινία παρά καλό.
Συνυπολογίζοντας όλα τα παραπάνω, το τελικό συμπέρασμα που βγάζω είναι το έξης: σκηνοθετημένο αποτελεσματικά από τον Allen Hughes και με ένα εν γνώσει του παλιομοδίτικο και κλισεδιάρικο σενάριο από τον πρωτοεμφανιζόμενο Brian Tucker, το «Broken City» είναι μια αξιοπρεπέστατη περιπέτεια με την όποια θα περάσετε ένα ευχάριστο δίωρο στο σινεμά. Απλά, μην περιμένετε και το Σέρπικο...
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου