Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

The Hunger Games: Catching Fire [4/5]

Η ολοκληρωμένη γνώμη μου για το «The Hunger Games: Φωτιά» συνοψίζεται στην έξης μία πρόταση: μια εξαιρετική ταινία σχεδόν υπό από όλες τις απόψεις. Επιτρέψτε μου, τώρα, να διευκρινίσω για ποιο λόγο το πιστεύω αυτό…

Δομικά, το «Φωτιά» δεν διαφέρει πολύ από το «Αγώνες Πείνας». Οι πρωταγωνιστές πάνε από την Περιοχή 12 στο Καπιτώλιο για την εκπαίδευση και, στη συνέχεια, στους Αγώνες. Το «been there, done that» vibe είναι αναπόφευκτο, η ταινία όμως βελτιώνεται αισθητά από άποψη ανάπτυξης χαρακτήρων, μετατρέποντας τη δομή της ήδη υπάρχουσας ιστορίας αγάπης, πίστης και δύναμης ενάντια στο σύστημα σε μια σφιχτοδεμένη και συναρπαστική αφήγηση. Παίρνοντας τον απαραίτητο χρόνο, το φιλμ οικοδομεί τον κόσμο του, έναν κόσμο σε διαρκή σύρραξη. Θίγοντας τη δυσκολία τού να είσαι ζωντανό σύμβολο, η Katniss βρίσκεται στο επίκεντρο αυτής της σύρραξης, αβέβαιη σχετικά με το τι ακριβώς να κάνει με αυτή την εξουσία που της έχει δοθεί. Και δεν είναι μονό εκείνη, όλοι, πρωταγωνιστικοί και μη, χαρακτήρες έχουν μεγαλύτερο βάθος. Και μπορεί η κατάληξη της ταινίας να λειτούργει μονό ως ισχυροποίηση των επόμενων ταινιών, δραματουργικά αυτό που παρακολουθείς τα 146 λεπτά της διάρκειας της, είναι περισσότερο από ικανοποιητικό.

Όσον αφορά την πολιτική πλευρά της, η ταινία, την αλήθεια, στερείται λεπτότητας. Στιγμές ανάδειξης της Katniss ως σύμβολο μιας επανάστασης, δημόσιες εκτελέσεις επαναστατών, ερωτήματα του τι διακυβεύεται αψηφώντας την κυβέρνηση, ελευθερίες που χαθήκαν και αλλά πολλά είναι συνεχώς παρόντα. Με αυτό τον τρόπο, αν και δεν σου επιβάλλει πότε εκατό τις εκατό κάποιο είδος μηνύματος, δεν επιτυγχάνει μια πλήρη κι ολοκληρωμένη εικόνα του πολιτικού συστήματος, αφού δεν ερευνάται πότε πραγματικά ο κόσμος, πέρα από το πώς επηρεάζει την Katniss. Μια χαμένη ευκαιρία, χωρίς αμφιβολία, αλλά τίποτα καταφανώς επιβλαβές για το φιλμ. Από την άλλη, το ειδύλλιο μεταξύ του Peeta και της Katniss, που εδώ δεν παραμένει υποανάπτυκτο, διαθέτει και μια υπονοουμένη πολιτική πινελιά. Ο έλεγχος προσωπικοτήτων με επιρροή κρύβει μια διπλή έννοια. Το ίδιο και οι αγαπητικοί της Katniss. Εμφανέστατες ή μη αλληγορίες δεν παύουν να υπάρχουν και να διαθέτουν σημασία και ουσία. Και όπως είχα πει και για το πρώτο μέρος, να μετατρέπουν το έργο σε «σκεπτόμενο μπλοκ-μπάστερ», ένα είδος που το έχουμε ανάγκη.

Και αφού αναφερθήκαμε στο ιδεολογικό και σημειολογικό κομμάτι της ταινίας, ας περάσουμε σε αυτά που κρίνονται πιο εύκολα. Για αρχή, η σκηνοθεσία του Francis Lawrence, αν και λειτούργει λίγο με τη σκέψη «αν δεν έχει χαλάσει, μην το φτιάχνεις», δεν παύει να είναι υψηλού επιπέδου. Αντί να αναδημιουργήσει τα πάντα, ο Lawrence επεκτείνει απλώς όλες τις ιδέες και τις καθιστά σαφέστερες και πιο περιεκτικές. Καταφέρνει να διατηρήσει μια συνέχεια στον τόνο και το ύφος που λειτούργει σωστά και δεν αποξενώνει το νούμερο δύο από το νούμερο ένα. Ερμηνευτικά, τώρα, τα πάντα βασίζονται στη βραβευμένη πλέον με Όσκαρ Jennifer Lawrence. Στα χεριά της, το πνεύμα της Katniss υπάρχει σε κάθε αναπνοή και σφυγμό της ταινίας. Αν δεν ήταν μια τόσο ικανή ηθοποιός όσο αυτή στο επίκεντρο, η ταινία δεν θα λειτούργησε καθόλου. Ο Josh Hutcherson, από την άλλη, εξισορροπεί την ευαισθησία της αγάπης με τη συναισθηματική σύγκρουση μιας ερημωμένης καρδιάς αβίαστα. Ο Woody Harrelson και η Elizabeth Banks παραμένουν διασκεδαστικοί στους ρόλους τους, ο Tucci κι ο Sutherland είναι πάντα καλοί, ενώ από τα νέα μέλη του καστ ξεχωρίζει η Jena Malone στον ρόλο της Johanna Mason.

Το «The Hunger Games: Φωτιά» είναι σίγουρα καλύτερο από τον προκάτοχο του, ακόμα κι αν παραμένει ίδιο στη δομή του. Υποστηριζόμενη από ένα ισχυρό σενάριο, μια γεμάτη αυτοπεποίθηση σκηνοθεσία και δυνατές ερμηνείες, συνοψίζεται ως μια τολμηρή, έξυπνη και διασκεδαστική ταινία.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

The Amazing Spider-Man [3/5]

Reboot. Σε κινηματογραφικούς όρους ισοδυναμεί με την εν μέρει ή και ολική απόρριψη μιας υπάρχουσας ταινίας ή σειράς ταινιών και την επανεκκίνηση της με καινούργιες ιδέες, ιστορίες ή στυλ αφήγησης. Αλλιώς «πώς να βγάλουμε περισσότερα λεφτά», κάτι που δυστυχώς για το The Amazing Spider-Man τείνει να κλίνει προς, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι δεν διαθέτει αρετές. Από το 2005 έως το 2011 μόνο, τουλάχιστον καμιά δεκαπενταριά περιπτώσεις reboot έχουν πραγματοποιηθεί ή βρίσκονται στο στάδιο των γυρισμάτων. Κοινά χαρακτηριστικά σε όλες τις περιπτώσεις είναι ότι η όποια αφηγηματική συνέχεια προηγούμενων ταινιών με το ίδιο θέμα σβήνεται, με αποτέλεσμα ένα φρεσκαρισμένο franchise που και θα προσελκύσει ξανά ένα ευρύτερο κοινό και θα είναι και δικαιολογημένο. Και τι εννοώ με αυτό. Ας πάρουμε παράδειγμα το Batman Begins. Μιλάμε για ένα reboot το οποίο από όποια πλευρά και να το δεις, δικαιολογεί την ύπαρξη του. Χρονικά μεσολαβούσαν οκτώ χρόνια από την τελευταία ταινία Batman (το Batman &

Made in Italy ★

Κάποιος είπε κάποτε ότι η “ζωή” είναι αυτό που συμβαίνει όταν δεν περιμένεις κάτι να συμβεί. Και είναι τόσο αλήθεια. Ο ίδιος άνθρωπος όμως μάλλον δεν θα είχε δει ταινίες σαν αυτή, που περιμένεις κάτι να συμβεί αλλά τελικά τίποτα δεν συμβαίνει, και οι ώρες της ζωής σου σπαταλιούνται άσκοπα. Πριν την κριτική, η συγκεκριμένη ταινία απαιτεί να έχουμε κάποιο υπόβαθρο. Στο έργο πρωταγωνιστούν οι Liam Neeson και Micheal Richardson, πατέρας και γιος αντίστοιχα στην πραγματική ζωή. Όλοι γνωρίζουμε ότι το 2009 η Natasha Richardson, γυναίκα του Liam Neeson και μητέρα του Micheal Richardson, έφυγε από τη ζωή καθώς ο τραυματισμός της στο κεφάλι κατά τη διάρκεια ενός συνηθισμένου μαθήματος σκι για αρχαρίους απέβη μοιραίος. Η πλοκή της ταινίας τώρα αφορά έναν πατέρα και γιο που επιστρέφουν στην Ιταλία για να πουλήσουν το σπίτι που κληρονόμησαν από την αείμνηστη σύζυγο και μητέρα αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης της βίλας, θα γνωριστούν καλύτερα μεταξύ τους, βελτιώνοντας τη σχέση τους που

Contraband [1.5/5]

Το «Τελικό Χτύπημα» είναι η κλασσικού τύπου ταινία ληστείας, όπου καθώς προχωράει, τα πράγματα γίνονται όλο και χειρότερα και που φυσικά έχουμε ξαναδεί εκατοντάδες φορές. Δεν έχει σημασία, βέβαια, αν μια ταινία «θυμίζει» μια άλλη ή έχει την αίσθηση του γνώριμου. Με βάση ένα κάλο σενάριο όλα αυτά ξεχνιούνται. Αλλά, αλίμονο, εδώ δεν υπάρχει η σωστή βάση, με αποτέλεσμα η ταινία να κατατάσσεται στην κατηγορία «το είδαμε, το ξεχάσαμε». Πρόκειται για μια ταινία δομημένη με μια απλή αρχή, ένα απλό τέλος κι ένα περίπλοκο μεσαίο κομμάτι. Το θέμα, όμως, είναι ότι στις ταινίες με ληστείες, καθώς και στα περισσότερα θρίλερ, ξέρουμε ότι τα πράγματα δεν θα πάνε σύμφωνα με το σχέδιο, ίσως κάπου-κάπου να θέλουμε και να δούμε επιπλοκές προκειμένου να παρακολουθήσουμε την ομάδα των χαρακτήρων καθώς θα προσπαθεί να προσαρμοστεί και να τις ξεπεράσει. Το πρόβλημα είναι ότι στο παρόν φιλμ αυτές οι επιπλοκές δεν αισθάνονται τόσο πολύ ως φυσικές, αλλά περισσότερο σαν στοιχεία πλοκής από άλλες τέτοιες ται