Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Michael Kohlhaas [2/5]

Με κεντρικό πρόσωπο της αφήγησης, που διαδραματίζεται τον 16ο αιώνα την εποχή της φεουδαρχίας, τον Michael Kohlhaas, έναν έμπορο αλόγων που αναζητά το δίκιο του, η ταινία του Arnaud des Pallieres έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας σπουδαίας ταινίας, δυστυχώς όμως στην πορεία κάπου το χάνει.

Βασισμένη σε μια νουβέλα του 1808, γραμμένη από τον Γερμανό συγγραφέα Heinrich von Kleist, η ταινία είναι σίγουρο πως θα δοκιμάσει την υπομονή μερικών. Αναπτυσσόμενο ως μια ιστορία εξέγερσης σε στυλ Braveheart, η ταινία υπόσχεται μάχες κι έναν αγώνα για τη δικαιοσύνη με κάθε κόστος, αλλά, αντίθετα, μοιάζει να παίρνει τον εαυτό της πολύ στα σοβαρά και αναλώνεται σε ομιλίες και βαρύγδουπες σκηνές. Η ύπαρξη και κυρίως η διατήρηση ενός υπερβολικά σοβαρού ύφους οδηγεί τον Pallieres σε έναν πολύ μετρημένο σκηνοθετικό ρυθμό και μια σκληρή αισθητική, με αποτέλεσμα τη μείωση του δραματικού κινήτρου που υπάρχει εγγενώς μέσα στην ιστορία και την ωθεί.

Χάρη στη μη αλλαγή του τόνου, η μεγάλη διάρκεια του έργου δεν μπορεί να στηρίξει μια τέτοια έλλειψη ουσιαστικής δράσης, έχοντας ως συνέπεια οι σκηνές που λειτουργούν και σε κρατούν σε εγρήγορση να αναδεικνύουν τελικά τη μονοτονία του όλου εγχειρήματος. Ακόμη και η παρουσία ενός αξιοσέβαστου ηθοποιού στον κεντρικό ρόλο αποτυγχάνει να ανυψώσει αυτό το, αγωνιζόμενο για να σου προκαλέσει το ενδιαφέρον, δράμα εκδίκησης. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει ότι ο Δανός Mads Mikkelsen είναι κακός, το εντελώς αντίθετο μάλιστα, αφού καταφέρνει και παρέχει σε μια χούφτα βασικές σκηνές την απαραίτητη βαρύτητα που χρειάζονται.

Πατώντας, λοιπόν, πάνω σε μια ευρύτερη δραματική πλοκή και διαθέτοντας πολυσύνθετα μηνύματα για το άδικο, την εκδίκηση, την εξουσία, την ηθική και ούτω καθεξής, η ταινία του Arnaud des Pallieres δεν αναφλέγεται ποτέ. Καλά τα μηνύματα και η ουσία, αλλά όταν κάθε σκηνή είναι τόσο βαριά όσο η προηγούμενη, η πλήξη είναι το συναίσθημα που σε διακατέχει.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

The Amazing Spider-Man [3/5]

Reboot. Σε κινηματογραφικούς όρους ισοδυναμεί με την εν μέρει ή και ολική απόρριψη μιας υπάρχουσας ταινίας ή σειράς ταινιών και την επανεκκίνηση της με καινούργιες ιδέες, ιστορίες ή στυλ αφήγησης. Αλλιώς «πώς να βγάλουμε περισσότερα λεφτά», κάτι που δυστυχώς για το The Amazing Spider-Man τείνει να κλίνει προς, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι δεν διαθέτει αρετές. Από το 2005 έως το 2011 μόνο, τουλάχιστον καμιά δεκαπενταριά περιπτώσεις reboot έχουν πραγματοποιηθεί ή βρίσκονται στο στάδιο των γυρισμάτων. Κοινά χαρακτηριστικά σε όλες τις περιπτώσεις είναι ότι η όποια αφηγηματική συνέχεια προηγούμενων ταινιών με το ίδιο θέμα σβήνεται, με αποτέλεσμα ένα φρεσκαρισμένο franchise που και θα προσελκύσει ξανά ένα ευρύτερο κοινό και θα είναι και δικαιολογημένο. Και τι εννοώ με αυτό. Ας πάρουμε παράδειγμα το Batman Begins. Μιλάμε για ένα reboot το οποίο από όποια πλευρά και να το δεις, δικαιολογεί την ύπαρξη του. Χρονικά μεσολαβούσαν οκτώ χρόνια από την τελευταία ταινία Batman (το Batman &

Made in Italy ★

Κάποιος είπε κάποτε ότι η “ζωή” είναι αυτό που συμβαίνει όταν δεν περιμένεις κάτι να συμβεί. Και είναι τόσο αλήθεια. Ο ίδιος άνθρωπος όμως μάλλον δεν θα είχε δει ταινίες σαν αυτή, που περιμένεις κάτι να συμβεί αλλά τελικά τίποτα δεν συμβαίνει, και οι ώρες της ζωής σου σπαταλιούνται άσκοπα. Πριν την κριτική, η συγκεκριμένη ταινία απαιτεί να έχουμε κάποιο υπόβαθρο. Στο έργο πρωταγωνιστούν οι Liam Neeson και Micheal Richardson, πατέρας και γιος αντίστοιχα στην πραγματική ζωή. Όλοι γνωρίζουμε ότι το 2009 η Natasha Richardson, γυναίκα του Liam Neeson και μητέρα του Micheal Richardson, έφυγε από τη ζωή καθώς ο τραυματισμός της στο κεφάλι κατά τη διάρκεια ενός συνηθισμένου μαθήματος σκι για αρχαρίους απέβη μοιραίος. Η πλοκή της ταινίας τώρα αφορά έναν πατέρα και γιο που επιστρέφουν στην Ιταλία για να πουλήσουν το σπίτι που κληρονόμησαν από την αείμνηστη σύζυγο και μητέρα αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης της βίλας, θα γνωριστούν καλύτερα μεταξύ τους, βελτιώνοντας τη σχέση τους που

Contraband [1.5/5]

Το «Τελικό Χτύπημα» είναι η κλασσικού τύπου ταινία ληστείας, όπου καθώς προχωράει, τα πράγματα γίνονται όλο και χειρότερα και που φυσικά έχουμε ξαναδεί εκατοντάδες φορές. Δεν έχει σημασία, βέβαια, αν μια ταινία «θυμίζει» μια άλλη ή έχει την αίσθηση του γνώριμου. Με βάση ένα κάλο σενάριο όλα αυτά ξεχνιούνται. Αλλά, αλίμονο, εδώ δεν υπάρχει η σωστή βάση, με αποτέλεσμα η ταινία να κατατάσσεται στην κατηγορία «το είδαμε, το ξεχάσαμε». Πρόκειται για μια ταινία δομημένη με μια απλή αρχή, ένα απλό τέλος κι ένα περίπλοκο μεσαίο κομμάτι. Το θέμα, όμως, είναι ότι στις ταινίες με ληστείες, καθώς και στα περισσότερα θρίλερ, ξέρουμε ότι τα πράγματα δεν θα πάνε σύμφωνα με το σχέδιο, ίσως κάπου-κάπου να θέλουμε και να δούμε επιπλοκές προκειμένου να παρακολουθήσουμε την ομάδα των χαρακτήρων καθώς θα προσπαθεί να προσαρμοστεί και να τις ξεπεράσει. Το πρόβλημα είναι ότι στο παρόν φιλμ αυτές οι επιπλοκές δεν αισθάνονται τόσο πολύ ως φυσικές, αλλά περισσότερο σαν στοιχεία πλοκής από άλλες τέτοιες ται