Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Exodus: Gods and Kings [2/5]

Οι βιβλικές ιστορίες ήταν ένα βασικό κινηματογραφικό είδος για το Χόλιγουντ τη δεκαετία του 1950 και του 1960. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων πενήντα ετών, με την κινηματογραφική αγορά ολοένα και πιο λαϊκή, η βιβλική ταινία έχει, σε μεγάλο βαθμό, εξαφανιστεί από το mainstream. Είναι, επομένως, ιδιαίτερου ενδιαφέροντος ότι το 2014 έχει δει όχι μία αλλά δύο σημαντικές ταινίες που βασίζονται σε αφηγήσεις της Παλαιάς Διαθήκης, τον «Νώε» του Darren Aronofsky και τώρα το «Η Έξοδος: Θεοί και Βασιλιάδες» του Ridley Scott.

Και μπορεί η χρονική στιγμή να υπαγορεύει ότι θα υπάρξουν συγκρίσεις μεταξύ αυτών των δύο, είναι όμως πολύ διαφορετικές. Το φιλμ του Aronofsky θέλει να είναι περισσότερο ένα έργο σκέψης, ενώ το «Η Έξοδος: Θεοί και Βασιλιάδες» είναι μια επική ταινία, σκηνοθετημένη από έναν σημαντικής κινηματογραφικής σημασίας τύπο, με πρωταγωνιστές μεγάλα ονόματα και με βάση μία από τις πιο μνημειώδης ιστορίες: το ταξίδι του Μωυσή και του λαού του από την Αίγυπτο στην ιερή γη. Με τον DeMille να έχει γυρίσει την, κατά πολλούς, καλύτερη κινηματογραφική μεταφορά της Αγία Γραφής με τις «Δέκα Εντολές», και με τον Scott να έχει σε μεγάλο βαθμό τελειοποιήσει στον 21ο αιώνα το είδος των επικών ταινιών με τον «Μονομάχο», τι καινοτομία μπορούν οι «Θεοί και Βασιλιάδες» πραγματικά να φέρουν στο τραπέζι; Η απάντηση είναι συνήθως η ίδια: όλο και περισσότερο θέαμα με όλο και λιγότερο όραμα.

Φυσικά, είτε πρόκειται για το πρίκουελ του «Alien», είτε για την ιστορία του «Robin Hood», κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί την ικανότητα του Scott να σκηνοθετεί όμορφο σινεμά. Και το ίδιο ισχύει και στη συγκεκριμένη περίπτωση. Έχουμε να κάνουμε με μια ταινία που διεγείρει συνεχώς σε οπτικό επίπεδο, με εντυπωσιακά αξιοθέατα πυκνοκατοικημένων πολιτισμών, καταιγίδες θανάτου και εξαιρετική απεικόνιση των πληγών της Αιγύπτου. Είναι κρίμα, όμως, γιατί όλη αυτή η ομορφιά χαραμίζεται αφού τελικά το βασικό τεστ στο οποίο η «Έξοδος» αποτυγχάνει είναι το «γιατί;». Αν πρόκειται να ξανακάνεις μια ταινία ή να επανεξετάσεις μια ιστορία που έχει ειπωθεί και ξαναειπωθεί πάμπολλες φορές, όπως αυτή του Μωυσή, θα πρέπει να υπάρχει ένας λόγος. Θα πρέπει να υπάρχει κάτι νέο που θέλεις να πεις, μια νέα ιδέα, μια νέα ερμηνεία, ένα νέο σημείο έμφασης.

Παρόλο που υπάρχουν πολλοί τρόποι εξιστόρησης της ιστορίας του Μωυσή, το έργο του Scott δεν μοιάζει να συμβιβάζεται με μια συγκεκριμένη προσέγγιση. Και αυτή η αφήγηση της αβεβαιότητας μπορεί εύκολα να εξηγηθεί αν αναλογιστεί κανείς ότι όχι ένας, ούτε δύο, αλλά τέσσερις σεναριογράφοι -Adam Cooper, Bill Collage, Jeffrey Caine και Steve Zaillian- είναι υπεύθυνοι για αυτό που βλέπεις. Δεν είναι μια ιστορία πίστης, ούτε μια ιστορία ενός λαού. Δεν είναι καν η ιστορία μετατροπής του Μωυσή σε ηγέτη. Μοιάζει να εστιάζει στο να είναι μια ιστορία δύο αδελφών, αλλά ακόμα και τότε δεν επενδύει εντελώς σε αυτήν. Μην ξέροντας λοιπόν τι ιστορία θέλει να πει και αποκλίνοντας από τον στόχο της συνεχώς, χωρίς έμμετρο λόγο ή αιτία, το φιλμ ποτέ δεν συνδέεται πνευματικά ή συναισθηματικά με το κοινό, αφήνοντάς μας παγερά αδιάφορους με αυτό που βλέπουμε.

Όλα τα παραπάνω βέβαια έχουν αντίκτυπο και στους ηθοποιούς, αφού καλούνται να ερμηνεύσουν ρόλους είτε μονοδιάστατους είτε καρτουνίστικους. Οι γυναικείες παρουσίες εξαιρούνται της κριτικής, αφού έχουν ξεκάθαρα υποστηρικτικούς ρόλους (ακόμα και η Sigourney Weaver που ζήτημα είναι να λέει δυο ατάκες) και είναι παντελώς αδιάφορες. Οι άντρες, τώρα, με σαφέστατα πιο μεγάλους ρόλους, δεν τα βγάζουν πέρα καθόλου καλά. Ο John Turturro χάνεται μέσα στα κοστούμια της ταινίας και το έντονο μακιγιάζ. Ο Ben Mendelsohn είναι το βατόμουρο χειρότερου ηθοποιού της χρονιάς σε έναν αμφιβόλου αισθητικής ρόλο που είναι τόσο κακογραμμένος που απορείς. Ο Aaron Paul δεν αναγνωρίζεται, όχι γιατί παίζει τόσο κακά, απλά έχει τόσο ανούσιο ρόλο που τον καταλαβαίνεις στο τέλος όταν επιτέλους μιλάει. Ο Bale όχι μόνο φαίνεται ότι αισθάνεται άβολα στον ρόλο του Μωυσή, είναι επίσης κι απίστευτα βαρετός. Ειλικρινά, δεν υπάρχει τίποτα που να μπορώ να επισημάνω στην απόδοσή του το οποίο να βρήκα ακόμη και εξ` αποστάσεως ωραίο. Και τέλος, ο Ραμσής του Edgerton φτάνει τελικώς σε μια μανιακή συναισθηματική κορυφή, αλλά για το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας είναι κολλημένος στον ήπιο θυμό.

Εντέλει, μη πρόθυμη να αγγίξει την τρέλα του «Νώε» αλλά και ούτε τόσο θαρραλέα ώστε να παρουσιάσει απλά την κλασική ιστορία του Μωυσή, το «Η Έξοδος: Θεοί και Βασιλιάδες» μοιάζει να προσπαθεί να ευχαριστήσει τους πιστούς και τους μη πιστούς ταυτόχρονα, καταλήγοντας στο τέλος να μην ικανοποιεί κανέναν.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

The Amazing Spider-Man [3/5]

Reboot. Σε κινηματογραφικούς όρους ισοδυναμεί με την εν μέρει ή και ολική απόρριψη μιας υπάρχουσας ταινίας ή σειράς ταινιών και την επανεκκίνηση της με καινούργιες ιδέες, ιστορίες ή στυλ αφήγησης. Αλλιώς «πώς να βγάλουμε περισσότερα λεφτά», κάτι που δυστυχώς για το The Amazing Spider-Man τείνει να κλίνει προς, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι δεν διαθέτει αρετές. Από το 2005 έως το 2011 μόνο, τουλάχιστον καμιά δεκαπενταριά περιπτώσεις reboot έχουν πραγματοποιηθεί ή βρίσκονται στο στάδιο των γυρισμάτων. Κοινά χαρακτηριστικά σε όλες τις περιπτώσεις είναι ότι η όποια αφηγηματική συνέχεια προηγούμενων ταινιών με το ίδιο θέμα σβήνεται, με αποτέλεσμα ένα φρεσκαρισμένο franchise που και θα προσελκύσει ξανά ένα ευρύτερο κοινό και θα είναι και δικαιολογημένο. Και τι εννοώ με αυτό. Ας πάρουμε παράδειγμα το Batman Begins. Μιλάμε για ένα reboot το οποίο από όποια πλευρά και να το δεις, δικαιολογεί την ύπαρξη του. Χρονικά μεσολαβούσαν οκτώ χρόνια από την τελευταία ταινία Batman (το Batman &

Made in Italy ★

Κάποιος είπε κάποτε ότι η “ζωή” είναι αυτό που συμβαίνει όταν δεν περιμένεις κάτι να συμβεί. Και είναι τόσο αλήθεια. Ο ίδιος άνθρωπος όμως μάλλον δεν θα είχε δει ταινίες σαν αυτή, που περιμένεις κάτι να συμβεί αλλά τελικά τίποτα δεν συμβαίνει, και οι ώρες της ζωής σου σπαταλιούνται άσκοπα. Πριν την κριτική, η συγκεκριμένη ταινία απαιτεί να έχουμε κάποιο υπόβαθρο. Στο έργο πρωταγωνιστούν οι Liam Neeson και Micheal Richardson, πατέρας και γιος αντίστοιχα στην πραγματική ζωή. Όλοι γνωρίζουμε ότι το 2009 η Natasha Richardson, γυναίκα του Liam Neeson και μητέρα του Micheal Richardson, έφυγε από τη ζωή καθώς ο τραυματισμός της στο κεφάλι κατά τη διάρκεια ενός συνηθισμένου μαθήματος σκι για αρχαρίους απέβη μοιραίος. Η πλοκή της ταινίας τώρα αφορά έναν πατέρα και γιο που επιστρέφουν στην Ιταλία για να πουλήσουν το σπίτι που κληρονόμησαν από την αείμνηστη σύζυγο και μητέρα αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης της βίλας, θα γνωριστούν καλύτερα μεταξύ τους, βελτιώνοντας τη σχέση τους που

Contraband [1.5/5]

Το «Τελικό Χτύπημα» είναι η κλασσικού τύπου ταινία ληστείας, όπου καθώς προχωράει, τα πράγματα γίνονται όλο και χειρότερα και που φυσικά έχουμε ξαναδεί εκατοντάδες φορές. Δεν έχει σημασία, βέβαια, αν μια ταινία «θυμίζει» μια άλλη ή έχει την αίσθηση του γνώριμου. Με βάση ένα κάλο σενάριο όλα αυτά ξεχνιούνται. Αλλά, αλίμονο, εδώ δεν υπάρχει η σωστή βάση, με αποτέλεσμα η ταινία να κατατάσσεται στην κατηγορία «το είδαμε, το ξεχάσαμε». Πρόκειται για μια ταινία δομημένη με μια απλή αρχή, ένα απλό τέλος κι ένα περίπλοκο μεσαίο κομμάτι. Το θέμα, όμως, είναι ότι στις ταινίες με ληστείες, καθώς και στα περισσότερα θρίλερ, ξέρουμε ότι τα πράγματα δεν θα πάνε σύμφωνα με το σχέδιο, ίσως κάπου-κάπου να θέλουμε και να δούμε επιπλοκές προκειμένου να παρακολουθήσουμε την ομάδα των χαρακτήρων καθώς θα προσπαθεί να προσαρμοστεί και να τις ξεπεράσει. Το πρόβλημα είναι ότι στο παρόν φιλμ αυτές οι επιπλοκές δεν αισθάνονται τόσο πολύ ως φυσικές, αλλά περισσότερο σαν στοιχεία πλοκής από άλλες τέτοιες ται