Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ghostbusters [2.5/5]

Αν υπήρχε ένας επίσημος κατάλογος βασικών ταινιών της δεκαετίας του 1980 των οποίων οι οπαδοί θα χαρακτήριζαν ως βλασφημία το να ξαναγυριστούν, θα μπορούσε να περιλαμβάνει τίτλους όπως «Οι Κυνηγοί της Χαμένης Κιβωτού», το «Μπρέκφαστ Κλαμπ» και το «Επιστροφή στο Μέλλον». Επίσης το «Γκούνις: Το Κυνήγι της Μεγάλης Περιπέτειας», το «Η Πιο Κουφή Μέρα του Φέρι Μπούλερ» και το «Μια Απίθανη... Απίθανη Πτήση». Η λίστα είναι ατελείωτη κι εντελώς υποκειμενική, σίγουρα όμως κοντά στην κορυφή της θα ήταν το «Ghostbusters», η sci-fi κωμωδία του 1984 σε σκηνοθεσία Ιβάν Ράιτμαν όπου τέσσερις άνδρες κυνηγούν φαντάσματα γύρω από την πόλη της Νέας Υόρκης. Αν και γυρισμένο τη συγκεκριμένη δεκαετία, ακόμα και σήμερα παραμένει αστεία, έξυπνη και πρωτότυπη όπως όταν κυκλοφόρησε για πρώτη φορά.

Εφόσον έτσι έχουν τα πράγματα, τότε γιατί γυρίζουν εκ νέου το 2016; Εδώ είναι το θέμα: η νέα ταινία του Πολ Φάιγκ δεν είναι ακριβώς ριμέικ του παλιού όσο «επανασχεδιασμός» της ίδιας ιδέας, αυτή τη φορά με τέσσερις γυναίκες και περισσότερη αυτοσυναίσθηση του χιούμορ. Υφίσταται ως επί το πλείστων ανεξάρτητα από τον προκάτοχό του και, με εξαίρεση ένα-δυο κλεισίματα του ματιού στην έκδοση του Ράιτμαν τα οποία χρησιμοποιεί και δεν βασίζεται σε αυτά, βρίσκει έναν τρόπο να βασίζεται κυρίως στις δικές του δυνάμεις. Κάπου εδώ θα ήθελα να πω ότι η αντιπαράθεση είναι ένα αστείο πράγμα. Μερικές φορές η ύπαρξη της αξίζει, ενώ άλλες φορές είναι εντελώς αδικαιολόγητη. Χωρίς να έχει σημασία ποια είναι η αιτία, δυστυχώς προέκυψε διένεξη για αυτή την νέα έκδοση του «Ghostbusters». Ωστόσο, παρόλες τις συζητήσεις σχετικά, αυτό το κείμενο είναι μια κριτική της ταινίας, όχι της αντιπαράθεσης. Με βάση αυτό οφείλω να ομολογήσω ότι οι φανατικοί του αρχικού μπορούν να ανασάνουν με ανακούφιση γνωρίζοντας ότι τούτη εδώ η ταινία δεν είναι ένα αντίγραφο ή απομίμηση και ότι διαχωρίζεται ενεργά από το πρωτότυπο.

Τούτου λεχθέντος, το «Ghostbusters» μπορεί να θεωρηθεί μια καλή ταινία, όχι όμως μια σπουδαία. Διαθέτει ένα αυθάδες παιχνίδισμα, το οποίο παράγει κάποια γέλια, και -στο σύνολο του- ένα ισχυρό, ενθουσιώδες καστ που δίνει τον καλύτερο του εαυτό. Δεν είναι όμως σταθερά αστείο ή διασκεδαστικό, ενώ ο μεγάλος χρόνος διάρκειας του το καθιστά επιρρεπές σε μερικά βαρετά σημεία. Το κύριο ζήτημα εδώ είναι η πλοκή και ο τρόπος εξέλιξης αυτής. Όπως και το πρωτότυπο, το σενάριο ακολουθεί μια νέα γυναικεία ομάδα κυνηγών φαντασμάτων που προσπαθούν να σταματήσουν τα -όλο και αυξανόμενα- πνεύματα που κάνουν την εμφάνιση τους στην πόλη της Νέας Υόρκης. Εμποτισμένο με την κωμική υπογραφή του Φάιγκ, το φιλμ δυστυχώς δεν λειτουργεί καλά χάρη στο, κατά άλλα, αξιόπιστο είδος του χιούμορ το οποίο απολαύσαμε στις προηγούμενες δουλείες, όπως το «Φιλενάδες» ή το «Spy». Με τις συγκεκριμένες ταινίες να έχουν το πλεονέκτημα της πρωτότυπης ιδέας, έμοιαζαν φρέσκες και γεμάτες αυτοπεποίθηση, αντ` αυτού το «Ghostbusters» προχωρά σε ένα γνώριμο μονοπάτι. Και παρά το οικείο της υπόθεσης, ο Φάιγκ θα μπορούσε να την κάνει να ξεχωρίζει, ακολουθεί όμως τον ασφαλή δρόμο σε όλους τους τομείς και η ταινία υποφέρει εξαιτίας αυτού.

Η ταινία ομολογουμένως δεν θέλει να πάρει τον εαυτό της στα σοβαρά και δεν το κάνει. Η ανάπτυξη των χαρακτήρων και η συγγραφή μιας σταθερής ιστορίας εξανεμίζονται στο πρώτο μισάωρο. Τη θέση τους παίρνουν η εύκολη διασκέδαση, η οποία γίνεται όλο και πιο ευχάριστη με τις ξεχωριστές cameo εμφανίσεις και μια χορευτική παράσταση κατά τη διάρκεια των τίτλων τέλους και τίποτε άλλο. Μένουν, λοιπόν, οι υπέροχες πρωταγωνίστριές του να την κάνουν πιο ελκυστική, αλλά ακόμα κι εκεί τα πράγματα δεν είναι καλά. Η Κρίστεν Γουίγκ είναι πολύ καλή, αλλά παίζει τον γνώριμο εκείνο αδέξιο χαρακτήρα που έχει υποδυθεί κι άλλες φορές. Το φυσικό κωμικό ταλέντο της Μελίσα ΜακΚάρθι για ακόμα μια φορά λάμπει σε έναν ρόλο που της ταιριάζει πραγματικά, αλλά δεν παύει να είναι ίδιος με την προηγούμενους. Η Λέσλι Τζόουνς κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί με έναν μονοδιάστατο και κάπως κακογραμμένο ρόλο. Η Κέιτ ΜακΚίνον είναι παντελώς άθλια σε μια ερμηνεία άξια για όλα τα βατόμουρα του κόσμου. Ενώ, τέλος, ο θαυμάσιος Κρις Χέμσγουορθ, σε ένα από τα πιο ωραία ευρήματα του έργου, είναι αυτός που τραβάει τα βλέμματα και με την ομορφιά του, αλλά και με το κωμικό ταλέντο του.

Μια καλύτερη και πιο ικανοποιητική κωμωδία υπάρχει σίγουρα κάπου μέσα σε όλα αυτά. Ακόμα και έτσι, όμως, το φετινό «Ghostbusters» δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια ανόητη καλοκαιρινή κωμωδία που, με λίγη καλή διάθεση και χωρίς πολλή σκέψη τού τι βλέπεις, μπορεί να χαρίσει ένα ευχάριστο δίωρο σ` όποιον την επιλέξει.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

The Amazing Spider-Man [3/5]

Reboot. Σε κινηματογραφικούς όρους ισοδυναμεί με την εν μέρει ή και ολική απόρριψη μιας υπάρχουσας ταινίας ή σειράς ταινιών και την επανεκκίνηση της με καινούργιες ιδέες, ιστορίες ή στυλ αφήγησης. Αλλιώς «πώς να βγάλουμε περισσότερα λεφτά», κάτι που δυστυχώς για το The Amazing Spider-Man τείνει να κλίνει προς, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι δεν διαθέτει αρετές. Από το 2005 έως το 2011 μόνο, τουλάχιστον καμιά δεκαπενταριά περιπτώσεις reboot έχουν πραγματοποιηθεί ή βρίσκονται στο στάδιο των γυρισμάτων. Κοινά χαρακτηριστικά σε όλες τις περιπτώσεις είναι ότι η όποια αφηγηματική συνέχεια προηγούμενων ταινιών με το ίδιο θέμα σβήνεται, με αποτέλεσμα ένα φρεσκαρισμένο franchise που και θα προσελκύσει ξανά ένα ευρύτερο κοινό και θα είναι και δικαιολογημένο. Και τι εννοώ με αυτό. Ας πάρουμε παράδειγμα το Batman Begins. Μιλάμε για ένα reboot το οποίο από όποια πλευρά και να το δεις, δικαιολογεί την ύπαρξη του. Χρονικά μεσολαβούσαν οκτώ χρόνια από την τελευταία ταινία Batman (το Batman &

Made in Italy ★

Κάποιος είπε κάποτε ότι η “ζωή” είναι αυτό που συμβαίνει όταν δεν περιμένεις κάτι να συμβεί. Και είναι τόσο αλήθεια. Ο ίδιος άνθρωπος όμως μάλλον δεν θα είχε δει ταινίες σαν αυτή, που περιμένεις κάτι να συμβεί αλλά τελικά τίποτα δεν συμβαίνει, και οι ώρες της ζωής σου σπαταλιούνται άσκοπα. Πριν την κριτική, η συγκεκριμένη ταινία απαιτεί να έχουμε κάποιο υπόβαθρο. Στο έργο πρωταγωνιστούν οι Liam Neeson και Micheal Richardson, πατέρας και γιος αντίστοιχα στην πραγματική ζωή. Όλοι γνωρίζουμε ότι το 2009 η Natasha Richardson, γυναίκα του Liam Neeson και μητέρα του Micheal Richardson, έφυγε από τη ζωή καθώς ο τραυματισμός της στο κεφάλι κατά τη διάρκεια ενός συνηθισμένου μαθήματος σκι για αρχαρίους απέβη μοιραίος. Η πλοκή της ταινίας τώρα αφορά έναν πατέρα και γιο που επιστρέφουν στην Ιταλία για να πουλήσουν το σπίτι που κληρονόμησαν από την αείμνηστη σύζυγο και μητέρα αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης της βίλας, θα γνωριστούν καλύτερα μεταξύ τους, βελτιώνοντας τη σχέση τους που

Contraband [1.5/5]

Το «Τελικό Χτύπημα» είναι η κλασσικού τύπου ταινία ληστείας, όπου καθώς προχωράει, τα πράγματα γίνονται όλο και χειρότερα και που φυσικά έχουμε ξαναδεί εκατοντάδες φορές. Δεν έχει σημασία, βέβαια, αν μια ταινία «θυμίζει» μια άλλη ή έχει την αίσθηση του γνώριμου. Με βάση ένα κάλο σενάριο όλα αυτά ξεχνιούνται. Αλλά, αλίμονο, εδώ δεν υπάρχει η σωστή βάση, με αποτέλεσμα η ταινία να κατατάσσεται στην κατηγορία «το είδαμε, το ξεχάσαμε». Πρόκειται για μια ταινία δομημένη με μια απλή αρχή, ένα απλό τέλος κι ένα περίπλοκο μεσαίο κομμάτι. Το θέμα, όμως, είναι ότι στις ταινίες με ληστείες, καθώς και στα περισσότερα θρίλερ, ξέρουμε ότι τα πράγματα δεν θα πάνε σύμφωνα με το σχέδιο, ίσως κάπου-κάπου να θέλουμε και να δούμε επιπλοκές προκειμένου να παρακολουθήσουμε την ομάδα των χαρακτήρων καθώς θα προσπαθεί να προσαρμοστεί και να τις ξεπεράσει. Το πρόβλημα είναι ότι στο παρόν φιλμ αυτές οι επιπλοκές δεν αισθάνονται τόσο πολύ ως φυσικές, αλλά περισσότερο σαν στοιχεία πλοκής από άλλες τέτοιες ται