Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Snowden [3.5/5]

Υπάρχει μεγάλη διαφορά στο τελικό αποτέλεσμα όταν ο Όλιβερ Στόουν νοιάζεται, και μπορείς ξεκάθαρα να διακρίνεις ότι στο «Σνόουντεν» είναι παθιασμένος να κάνει μια συναρπαστική και προσιτή ταινία για το αμερικανικό κοινό, ώστε να καταλάβει γιατί πρέπει να είναι θυμωμένο. Θέλει να οδηγήσει τις λογικές, πολιτικές και κοινωνικές ελευθερίες του κόσμου ενάντια στους δράστες, παρέχοντας παράλληλα ένα ικανοποιητικό ηθικό πλαίσιο για τις δράσεις του Έντουαρντ Σνόουντεν, του πιο διάσημου φυγά της Αμερικής. Αυτή η αίσθηση του σκοπού αναζωογονεί τον Στόουν με έναν τρόπο που οι πρόσφατες ταινίες του δεν το έχουν καταφέρει και ακόμα κι αν είναι πολύ λιγότερο πειραματική, η ικανότητα αφήγησής του είναι τέτοια που φτιάχνει μια ταινία που ενημερώνει, ενώ παράλληλα καταφέρνει να σε διασκεδάσει.

Το καλύτερο κομπλιμέντο που μπορώ να δώσω στον Στόουν ως σεναριογράφο και σκηνοθέτη είναι ότι πήρε ένα εντελώς προκλητικό σενάριο με λίγες ευθείες απαντήσεις και φτιάχνει μια ταινία-εμπειρία που μεταφέρει αποτελεσματικά την ηθική αγανάκτηση και απογοήτευση. Σαν καθοδηγητής μάς παίρνει από το χέρι, παίρνοντας τον χρόνο του να εξηγήσει μερικά από τα πιο περίπλοκα σκοτεινά σημεία που συμβαίνουν πίσω από τις κλειστές πόρτες. Δεν μπορώ να δηλώσω ότι είναι απόλυτα μια έξυπνη εξέταση των ηθικών επιπτώσεων του υλικού, αλλά είναι σίγουρα μια ταινία που πετυχαίνει τον στόχο της με σαφήνεια. Παράγει μια αίσθηση διαύγειας για το θέμα και μια αίσθηση διαφάνειας για τους λόγους που ο Σνόουντεν πήρε τις αποφάσεις που πήρε. Με σύμμαχο μια σταθερά εξαιρετική ερμηνεία από τον Τζόζεφ Γκόρντον-Λέβιτ, ο Στόουν κρατά αποτελεσματικά την προσοχή του θεατή σε όλη τη διάρκεια, ακόμα κι αν η στάση του απέναντι στον Σνόουντεν είναι σαφώς λιγότερο καθορισμένη.

Με δεδομένο το παρελθόν του Στόουν, η πλοκή μοιάζει σίγουρα ως μια διακριτική άποψη για το αν ο Σνόουντεν είναι ένας ήρωας ή ένας προδότης. Μιλάει για ένα πολύπλοκο θέμα που αξίζει μια σωστή ανάλυση, τοποθετώντας πραγματικούς ανθρώπους σε ηθικά διφορούμενα πλαίσια. Αν και σαφώς προκατειλημμένη, καταφέρνει να μη μετατραπεί σε μια αγιογραφία, αφού πριν την κλιμακούμενη απόφασή του, δεν σου δίνει την εντύπωση ως άμεμπτου μάρτυρα. Η διαμόρφωση του χαρακτήρα του αποδίδεται άψογα, με το απαιτούμενο γλαφυρό ύφος. Είναι ένας πατριώτης απογοητευμένος από το σύστημα, αλλά κι ένα μάλλον εγωκεντρικό άτομο με δημοκρατικό καθήκον στην πατρίδα του. Πείθει τον εαυτό του ότι κάνει τη διαφορά στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας, αλλά τελικά η πραγματικότητα είναι διαφορετική και δύσκολα προβλέψιμη. Όλα αυτά προσωποποιούνται μέσα από μια ρομαντική υποπλοκή. Μέσα από αυτήν, ο Σνόουντεν εξανθρωπίζεται και η καταπάτηση της ιδιωτικής ζωής και η επακόλουθη παράνοια γίνεται μεμπτή για εμάς.

Στο τελικό αποτέλεσμα σαφώς και υπάρχουν μερικά καλλιτεχνικά λαθάκια που επιβαρύνουν το «Σνόουντεν», και που είναι, ως επί το πλείστον, η τάση του Στόουν για αδέξιο συμβολισμό. Τα ίδια ένστικτα που του επιτρέπουν να κινεί προσεκτικά τα νήματα στην ιστορία, είναι τα ίδια ερεθίσματα που του στερούν οποιαδήποτε λεπτότητα. Κάποιοι χαρακτήρες δεν χρειάζονταν λειτουργώντας μόνο ως καταφατικά νεύματα στον Σνόουντεν. Κάποιοι φωτισμοί και διάλογοι ξεφεύγουν. Και φυσικά δεν νομίζω ότι χρειαζόμασταν μια υπενθύμιση ότι ο Σνόουντεν είναι ένα πραγματικό πρόσωπο, όταν ο ίδιος ο χαρακτήρας σεναριακά παραμένει κάπως άπιαστος. Όπως και να το δεις, η ταινία «Σνόουντεν» (ως νοητή συνέχεια του ανθρώπου) αποσκοπεί να ταρακουνήσει την άγνοια και την απάθεια του κοινού για τους κινδύνους της ανεξέλεγκτης εξουσίας. Εφόσον καταφέρνει να κρατήσει τη συζήτηση γύρω από το θέμα ζωντανή για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, αξίζει τον κόπο.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

The Amazing Spider-Man [3/5]

Reboot. Σε κινηματογραφικούς όρους ισοδυναμεί με την εν μέρει ή και ολική απόρριψη μιας υπάρχουσας ταινίας ή σειράς ταινιών και την επανεκκίνηση της με καινούργιες ιδέες, ιστορίες ή στυλ αφήγησης. Αλλιώς «πώς να βγάλουμε περισσότερα λεφτά», κάτι που δυστυχώς για το The Amazing Spider-Man τείνει να κλίνει προς, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι δεν διαθέτει αρετές. Από το 2005 έως το 2011 μόνο, τουλάχιστον καμιά δεκαπενταριά περιπτώσεις reboot έχουν πραγματοποιηθεί ή βρίσκονται στο στάδιο των γυρισμάτων. Κοινά χαρακτηριστικά σε όλες τις περιπτώσεις είναι ότι η όποια αφηγηματική συνέχεια προηγούμενων ταινιών με το ίδιο θέμα σβήνεται, με αποτέλεσμα ένα φρεσκαρισμένο franchise που και θα προσελκύσει ξανά ένα ευρύτερο κοινό και θα είναι και δικαιολογημένο. Και τι εννοώ με αυτό. Ας πάρουμε παράδειγμα το Batman Begins. Μιλάμε για ένα reboot το οποίο από όποια πλευρά και να το δεις, δικαιολογεί την ύπαρξη του. Χρονικά μεσολαβούσαν οκτώ χρόνια από την τελευταία ταινία Batman (το Batman &

Made in Italy ★

Κάποιος είπε κάποτε ότι η “ζωή” είναι αυτό που συμβαίνει όταν δεν περιμένεις κάτι να συμβεί. Και είναι τόσο αλήθεια. Ο ίδιος άνθρωπος όμως μάλλον δεν θα είχε δει ταινίες σαν αυτή, που περιμένεις κάτι να συμβεί αλλά τελικά τίποτα δεν συμβαίνει, και οι ώρες της ζωής σου σπαταλιούνται άσκοπα. Πριν την κριτική, η συγκεκριμένη ταινία απαιτεί να έχουμε κάποιο υπόβαθρο. Στο έργο πρωταγωνιστούν οι Liam Neeson και Micheal Richardson, πατέρας και γιος αντίστοιχα στην πραγματική ζωή. Όλοι γνωρίζουμε ότι το 2009 η Natasha Richardson, γυναίκα του Liam Neeson και μητέρα του Micheal Richardson, έφυγε από τη ζωή καθώς ο τραυματισμός της στο κεφάλι κατά τη διάρκεια ενός συνηθισμένου μαθήματος σκι για αρχαρίους απέβη μοιραίος. Η πλοκή της ταινίας τώρα αφορά έναν πατέρα και γιο που επιστρέφουν στην Ιταλία για να πουλήσουν το σπίτι που κληρονόμησαν από την αείμνηστη σύζυγο και μητέρα αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης της βίλας, θα γνωριστούν καλύτερα μεταξύ τους, βελτιώνοντας τη σχέση τους που

Contraband [1.5/5]

Το «Τελικό Χτύπημα» είναι η κλασσικού τύπου ταινία ληστείας, όπου καθώς προχωράει, τα πράγματα γίνονται όλο και χειρότερα και που φυσικά έχουμε ξαναδεί εκατοντάδες φορές. Δεν έχει σημασία, βέβαια, αν μια ταινία «θυμίζει» μια άλλη ή έχει την αίσθηση του γνώριμου. Με βάση ένα κάλο σενάριο όλα αυτά ξεχνιούνται. Αλλά, αλίμονο, εδώ δεν υπάρχει η σωστή βάση, με αποτέλεσμα η ταινία να κατατάσσεται στην κατηγορία «το είδαμε, το ξεχάσαμε». Πρόκειται για μια ταινία δομημένη με μια απλή αρχή, ένα απλό τέλος κι ένα περίπλοκο μεσαίο κομμάτι. Το θέμα, όμως, είναι ότι στις ταινίες με ληστείες, καθώς και στα περισσότερα θρίλερ, ξέρουμε ότι τα πράγματα δεν θα πάνε σύμφωνα με το σχέδιο, ίσως κάπου-κάπου να θέλουμε και να δούμε επιπλοκές προκειμένου να παρακολουθήσουμε την ομάδα των χαρακτήρων καθώς θα προσπαθεί να προσαρμοστεί και να τις ξεπεράσει. Το πρόβλημα είναι ότι στο παρόν φιλμ αυτές οι επιπλοκές δεν αισθάνονται τόσο πολύ ως φυσικές, αλλά περισσότερο σαν στοιχεία πλοκής από άλλες τέτοιες ται