Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

The Commune [1.5/5]

Ως ένας από τους πιο επινοητικούς σύγχρονους σκηνοθέτες (συν-δημιουργός του μανιφέστου Δόγμα 95) ο δανέζικης καταγωγής δημιουργός Τόμας Βίντερμπεγκ, μετά το περσινό «Μακριά από το Πλήθος», επανασυνδέεται με δυο από τους πρωταγωνιστές της «Οικογενειακής Γιορτής» και επιστρέφει στα πάτρια εδάφη ασχολούμενος με πιο προσωπικά θέματα, αντανακλώντας τον τρόπο ζωής που είχε ως παιδί σε ένα κοινόβιο. Και ενώ η ταινία είναι μια ισχυρή υπενθύμιση της άνεσης με την οποία η κοινωνία μας ζει, και πώς ποτέ δεν μπαίνουμε στον κόπο να συνεργαστούμε με εκείνους που μας περιβάλλουν, αποτυγχάνει να παρουσιάσει με τρόπο συνεκτικό το μήνυμα της.

Με τη δέσμευση του σκηνοθέτη στο ρεαλισμό να είναι και να παραμένει ακλόνητη, όσο κι αν το «Κοινόβιο» επιχειρεί να χαρεί για μια πλέον απαρχαιωμένη αρμονική ύπαρξη, καταλήγει να μην είναι τίποτα περισσότερο από μια ιστορία συζυγικής αποσύνθεσης, μοιχείας και διακρίσεων λόγω ηλικίας. Πτυχές, όπως η καθημερινή δυναμική και η επιμελητεία της συγκατοίκησης ή οι λόγοι που παρέχουν κίνητρα σε μια τέτοια ανόμοια ομάδα ατόμων να ζει μαζί, αντιμετωπίζονται επιπόλαια, ενώ η συνολική υποβόσκουσα φιλοσοφία και πολιτική του έργου έχει παραμεληθεί εντελώς. Επιπροσθέτως, υπάρχει μια σουρεαλιστική προσέγγιση στην κωμωδία, αυξημένη για να προκαλέσει το γέλιο στο ακροατήριο. Ωστόσο, αυτή η προσέγγιση αποτυγχάνει, όταν οι πιο συναισθηματικά φορτισμένες ακολουθίες μπαίνουν στο παιχνίδι. Ο Βίντερμπεγκ δεν έχει κάνει αρκετά ώστε να κερδίσει την επένδυση του θεατή, αφήνοντας το κοινό με ένα αίσθημα αδιαφορίας για όλα όσα συμβαίνουν. Με ένα σενάριο τόσο πρόχειρο στις λεπτομέρειες, λοιπόν, είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς μια προοπτική.

Όπως προανέφερα, καθώς εξελίσσεται η πλοκή, το φιλμ είναι περισσότερο σαν ένα οποιοδήποτε άλλο για την απιστία και τις επιπτώσεις της στους πρωταγωνιστές, αποδίδοντας εκπληκτικά λίγη προσοχή στην ίδια την κοινότητα. Αυτό είναι εν μέρει επειδή τα περισσότερα από τα μέλη της είναι υπανάπτυκτοι ή ακόμα και πληκτικοί χαρακτήρες, προφανώς για να κρατήσουν την προσοχή στις δυσκολίες του γάμου στον πυρήνα της ταινίας. Έναν πυρήνα τόσο θεμελιωδώς λάθος στην απεικόνιση των γυναικών -και σε κάποια επέκταση των ανδρών- που δημιουργεί αμηχανία στην παρακολούθηση. Ακόμη και στην εποχή του ελεύθερου έρωτα και χιπισμού, η ευκολία με την οποία ο πρωταγωνιστής είναι σε θέση να έχει και την πίτα του και τον σκύλο χορτάτο, με τέτοια κατάφωρη περιφρόνηση για τη γυναίκα δεν μοιάζει αληθινός. Ο Βίντερμπεγκ προσπαθεί με χίλια ζόρια να αποκτήσει η αφήγηση του μια φεμινιστική ευαισθησία, αλλά, λαμβάνοντας υπόψη πόσο αραιά σκιαγραφεί τις πρωταγωνίστριες καθώς και τη συναισθηματική κακοποίηση τους, οι γυναίκες (θέλω να πιστεύω άθελα του) βρίσκονται στον πάτο της γενικής μισανθρωπίας του.

Το κύριο θετικό και ίσως ο λόγος που πρέπει να δει κανείς την ταινία, είναι η Τρίνε Ντίρχολμ, η οποία παραδίδει μια αξεπέραστη και άξια για Όσκαρ ερμηνεία που κάνει τον θεατή να κατανοήσει οτιδήποτε σχετίζεται με αυτήν. Καθώς αναρωτιέσαι γιατί η πρωταγωνίστρια δεν αφήνει τον άντρα της, είναι τέτοιο το χάρισμα αυτής της εξαιρετικής ηθοποιού που σε κάνει να αντιληφθείς ότι δεν είναι όλα τόσο απλά όσο νομίζεις. Χάρη στην ερμηνεία της, είναι ο μόνος χαρακτήρας στον οποίο θα επενδύσετε συναισθηματικά. Κάτι που είναι κρίμα αναλογιζόμενοι τον πλούτο ταλέντου πίσω από την κάμερα, μια κι ο Βίντερμπεγκ εργάζεται πάνω σε ένα σενάριο του Τομπίας Λίντχολμ. Είναι σαφές ότι και οι δυο τους είναι χιλιόμετρα μακριά από τα καλλιτεχνικά ύψη του «Κυνηγιού».

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

The Amazing Spider-Man [3/5]

Reboot. Σε κινηματογραφικούς όρους ισοδυναμεί με την εν μέρει ή και ολική απόρριψη μιας υπάρχουσας ταινίας ή σειράς ταινιών και την επανεκκίνηση της με καινούργιες ιδέες, ιστορίες ή στυλ αφήγησης. Αλλιώς «πώς να βγάλουμε περισσότερα λεφτά», κάτι που δυστυχώς για το The Amazing Spider-Man τείνει να κλίνει προς, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι δεν διαθέτει αρετές. Από το 2005 έως το 2011 μόνο, τουλάχιστον καμιά δεκαπενταριά περιπτώσεις reboot έχουν πραγματοποιηθεί ή βρίσκονται στο στάδιο των γυρισμάτων. Κοινά χαρακτηριστικά σε όλες τις περιπτώσεις είναι ότι η όποια αφηγηματική συνέχεια προηγούμενων ταινιών με το ίδιο θέμα σβήνεται, με αποτέλεσμα ένα φρεσκαρισμένο franchise που και θα προσελκύσει ξανά ένα ευρύτερο κοινό και θα είναι και δικαιολογημένο. Και τι εννοώ με αυτό. Ας πάρουμε παράδειγμα το Batman Begins. Μιλάμε για ένα reboot το οποίο από όποια πλευρά και να το δεις, δικαιολογεί την ύπαρξη του. Χρονικά μεσολαβούσαν οκτώ χρόνια από την τελευταία ταινία Batman (το Batman &

Made in Italy ★

Κάποιος είπε κάποτε ότι η “ζωή” είναι αυτό που συμβαίνει όταν δεν περιμένεις κάτι να συμβεί. Και είναι τόσο αλήθεια. Ο ίδιος άνθρωπος όμως μάλλον δεν θα είχε δει ταινίες σαν αυτή, που περιμένεις κάτι να συμβεί αλλά τελικά τίποτα δεν συμβαίνει, και οι ώρες της ζωής σου σπαταλιούνται άσκοπα. Πριν την κριτική, η συγκεκριμένη ταινία απαιτεί να έχουμε κάποιο υπόβαθρο. Στο έργο πρωταγωνιστούν οι Liam Neeson και Micheal Richardson, πατέρας και γιος αντίστοιχα στην πραγματική ζωή. Όλοι γνωρίζουμε ότι το 2009 η Natasha Richardson, γυναίκα του Liam Neeson και μητέρα του Micheal Richardson, έφυγε από τη ζωή καθώς ο τραυματισμός της στο κεφάλι κατά τη διάρκεια ενός συνηθισμένου μαθήματος σκι για αρχαρίους απέβη μοιραίος. Η πλοκή της ταινίας τώρα αφορά έναν πατέρα και γιο που επιστρέφουν στην Ιταλία για να πουλήσουν το σπίτι που κληρονόμησαν από την αείμνηστη σύζυγο και μητέρα αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια της ανακαίνισης της βίλας, θα γνωριστούν καλύτερα μεταξύ τους, βελτιώνοντας τη σχέση τους που

Contraband [1.5/5]

Το «Τελικό Χτύπημα» είναι η κλασσικού τύπου ταινία ληστείας, όπου καθώς προχωράει, τα πράγματα γίνονται όλο και χειρότερα και που φυσικά έχουμε ξαναδεί εκατοντάδες φορές. Δεν έχει σημασία, βέβαια, αν μια ταινία «θυμίζει» μια άλλη ή έχει την αίσθηση του γνώριμου. Με βάση ένα κάλο σενάριο όλα αυτά ξεχνιούνται. Αλλά, αλίμονο, εδώ δεν υπάρχει η σωστή βάση, με αποτέλεσμα η ταινία να κατατάσσεται στην κατηγορία «το είδαμε, το ξεχάσαμε». Πρόκειται για μια ταινία δομημένη με μια απλή αρχή, ένα απλό τέλος κι ένα περίπλοκο μεσαίο κομμάτι. Το θέμα, όμως, είναι ότι στις ταινίες με ληστείες, καθώς και στα περισσότερα θρίλερ, ξέρουμε ότι τα πράγματα δεν θα πάνε σύμφωνα με το σχέδιο, ίσως κάπου-κάπου να θέλουμε και να δούμε επιπλοκές προκειμένου να παρακολουθήσουμε την ομάδα των χαρακτήρων καθώς θα προσπαθεί να προσαρμοστεί και να τις ξεπεράσει. Το πρόβλημα είναι ότι στο παρόν φιλμ αυτές οι επιπλοκές δεν αισθάνονται τόσο πολύ ως φυσικές, αλλά περισσότερο σαν στοιχεία πλοκής από άλλες τέτοιες ται